Η σημαία μας, το ιερότερο σύμβολο του Έθνους, περικλείει στις πτυχές της τους αγώνες, τις θυσίες και τις μαρτυρίες της ελληνικής ψυχής, εκφράζει την εθνική μας ενότητα, τη θρησκευτική μας πίστη, ενσαρκώνει τα οράματα του λαού μας για ελευθερία και δημοκρατία, εμπνέει και μεταμορφώνει τους πολεμιστές σε ήρωες και μας ωθεί μπροστά, μόνο σε νικηφόρες μάχες. Η σημαία δίνει υλική υπόσταση στην έννοια του Έθνους και σε αυτή οι στρατευμένοι ορκίζονται πίστη και αφοσίωση στην πατρίδα.
Η μορφή της σημαίας από την αρχαιότητα ως σήμερα έχει αλλάξει πολλές φορές. Χαρακτηριστικό είναι το γεγονός ότι το 312 μ.Χ. κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του Μεγάλου Κωνσταντίνου εναντίον του Μαξεντίου, ο Αυτοκράτορας προσπαθούσε να επινοήσει διάφορες μεθόδους για να ανυψώσει το ηθικό τους και να πολεμήσουν με γενναιότητα και θάρρος. Η εμφάνιση ενός φωτεινού σταυρού με την επιγραφή «Ἐν τούτῳ νίκα», ως θεϊκού οράματος, στο μεσημεριάτικο ηλιόλουστο ουρανό έδωσε την απάντηση και η σημαία που σχεδιάστηκε, ονομάστηκε λάβαρο. Έκτοτε ο σταυρός, αυτό το χριστιανικό σύμβολο, δεσπόζει στο κοντάρι της ελληνικής σημαίας.
Η εμφάνιση ποικίλων αυτοσχέδιων σημαιών στα διάφορα επαναστατικά κινήματα που εκδηλώθηκαν την επαύριον της Άλωσης, καταδείκνυε αφενός την επιθυμία του υπόδουλου ελληνισμού να υιοθετήσει ένα κοινό σύμβολο που θα προσδιόριζε την εθνική του ταυτότητα και αφετέρου τον τοπικιστικό χαρακτήρα των κινημάτων αυτών. Η διατήρηση του βυζαντινού μονοκέφαλου ή δικέφαλου αετού σε συνδυασμό με το σταυρό ή την εικόνα ενός Αγίου που αποτελούσαν τα στοιχεία συσπείρωσης των Χριστιανών συνιστούσαν τα κυριότερα κοινά σύμβολα των σημαιών αυτών.
Από τις σημαίες της προεπαναστατικής περιόδου ενδεικτικά αναφέρονται εκείνη των Σπαχήδων (σώμα Χριστιανών ιππέων - πολεμιστών στην υπηρεσία της Υψηλής Πύλης από τον 15ο μέχρι τον 17ο αιώνα), η οποία ήταν χρώματος λευκού με γαλάζιο σταυρό, στη μέση του οποίου εικονιζόταν ο Άγιος Γεώργιος και τη χρησιμοποιούσαν μόνο στην Ήπειρο και τη σημαία του Ρήγα Φεραίου, η οποία ήταν τρίχρωμη (κόκκινη, λευκή και μαύρη σε οριζόντιες σειρές) και απεικόνιζε το ρόπαλο του Ηρακλή και τρεις σταυρούς πάνω σε αυτό. Στην περιοχή της Στερεάς Ελλάδας κυριάρχησε ο μονοκέφαλος ή δικέφαλος αετός με το σταυρό, ο λεγόμενος σταυραετός, ενώ στην Πελοπόννησο οι σημαίες απεικόνιζαν μορφές Αγίων και το σύμβολο του σταυρού, μαζί με διάφορες θρησκευτικές ή άλλες ρήσεις.
Το 1800 τα Επτάνησα απέκτησαν την αυτονομία τους υπό την επικυριαρχία του Σουλτάνου και αποτέλεσαν την πρώτη αυτόνομη ελληνική πολιτεία με τη δική της επίσημη και αναγνωρισμένη σημαία. Το σύμβολο της Ιονίου Πολιτείας ήταν κυανού χρώματος και απεικόνιζε το φτερωτό λέοντα της Βενετίας, σε κιτρινωπό χρώμα, να κρατάει το Ευαγγέλιο, από το οποίο εκπηδούσαν επτά λόγχες σε δέσμη, που συμβόλιζαν τα επτά νησιά της Πολιτείας.
Την πρώτη επίσημη σημαία της Επανάστασης ύψωσε ο Αλέξανδρος Υψηλάντης στο Ιάσιο της Μολδαβίας την 22 Φεβρουαρίου 1821. Η σημαία αυτή ήταν τρίχρωμη, όπως εκείνη του Ρήγα, στη μία όψη έφερε τον αναγεννώμενο φοίνικα με την επιγραφή «ΕΚ ΤΗΣ ΚΟΝΕΩΣ ΜΟΥ ΑΝΑΓΕΝΝΩΜΑΙ» και στην άλλη πλευρά την εικόνα των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης με την επιγραφή «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ» και χρησιμοποιήθηκε από τον Ιερό Λόχο στο Δραγατσάνι.
Με την εξάπλωση της Επανάστασης από την Πελοπόννησο και τη Στερεά Ελλάδα στα υπόλοιπα γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας εμφανίστηκαν κυρίως λευκές σημαίες με γαλάζιο ή ερυθρό σταυρό, με εικόνες Αγίων σε συνδυασμό με επιγραφές, όπως «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ», «Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ», κ.ά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ποικιλίας και της διαφορετικότητας των σημαιών ήταν το γεγονός ότι οι τρεις συνοικίες της Λιβαδειάς ύψωσαν η καθεμία τη δική της σημαία.
Η Κύπρος, αναπόσπαστο κομμάτι του ελληνισμού, δεν έμεινε αμέτοχη στον Αγώνα για την ελευθερία. Ένοπλο σώμα Κυπρίων εθελοντών αγωνιστών κατέφτασε στην Αθήνα τον Απρίλιο του 1821 για να λάβει μέρος στην πολιορκία της Ακρόπολης. Το σώμα έφερε δική του σημαία, η οποία ήταν λευκή με κυανό σταυρό στη μέση και στο άνω αριστερό τεταρτημόριο έφερε την επιγραφή «ΣΗΜΕΑ ΕΛΗΝΗΚΙ – ΠΑΤΡΗΣ ΚΗΠΡΟΥ».
Όσον αφορά στο ναυτικό, μετά τη Συνθήκη του Κιουτσούκ Καϊναρτζή (1774), τα ελληνικά πλοία ταξίδευαν υπό ρωσική σημαία, τις λεγόμενες «ρούσικες πανδιέρες». Στα πλαίσια τω προνομίων που είχε παραχωρήσει η Υψηλή Πύλη στους Έλληνες ναυτικούς, προκειμένου να μη χάσει τον έλεγχο του εμπορίου, τα ελληνικά εμπορικά πλοία μπορούσαν να φέρουν τη λεγόμενη γραικοτουρκική σημαία, η οποία συνίστατο από τρεις οριζόντιες ζώνες, μία γαλάζια πλαισιωμένη από δύο ερυθρές, χωρίς όμως σταυρό.
Στις επαναστατικές σημαίες των τριών μεγάλων νησιών (Σπέτσες, Ύδρα και Ψαρά) κυριαρχούσαν τα αλληγορικά σύμβολα της σημαίας της Φιλικής Εταιρείας. Στο μέσο της σημαίας απεικονιζόταν το σύμβολο του σταυρού να πατάει πάνω σε ανεστραμμένη ημισέληνο, δεξιά του σταυρού η άγκυρα γύρω από την οποία τυλίγεται ένα φίδι (σύμβολο της δύναμης του Ελληνικού Έθνους) και η κουκουβάγια (σύμβολο της φρόνησης με την οποία έπρεπε να διεξαχθεί ο Αγώνας) που τσιμπάει τη γλώσσα του φιδιού και από την άλλη πλευρά του σταυρού μία λόγχη ή σημαία με την κεφαλή του Θεμιστοκλή (Ύδρα). Επίσης έφεραν τις επιγραφές «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» (Σπέτσες και Ύδρα) και «Ή ΤΑΝ Ή ΕΠΙ ΤΑΣ» (Ύδρα).
Κατά τη σύγκληση της Α΄ Εθνοσυνέλευσης των Ελλήνων στην Πιάδα της Επιδαύρου την 1η Ιανουαρίου 1822, συζητήθηκε και αποφασίστηκε, μεταξύ άλλων, η υιοθέτηση και καθιέρωση ενιαίας σημαίας για τον Αγώνα. Με σχετικό άρθρο ορίστηκε η νέα σημαία να φέρει το σύμβολο του σταυρού και τα χρώματα κυανό και λευκό. Η πολεμική ναυτική σημαία διαιρούνταν σε εννέα εναλλασσόμενες ισοπλατείς οριζόντιες ταινίες, πέντε κυανές και τέσσερις λευκές και στην άνω εσωτερική γωνία της σχηματιζόταν κυανό τετράγωνο με λευκό σταυρό στη μέση, ακριβώς όπως και η σημερινή. Η σημαία των εμπορικών πλοίων ήταν κυανού χρώματος και στην άνω εσωτερική γωνία υπήρχε λευκό τετράγωνο με κυανό σταυρό.
Για την επιλογή των σχημάτων και των χρωμάτων, καθώς και την αλληγορική τους σημασία, έχουν ειπωθεί ποικίλες και διαφορετικές γνώμες και εκδοχές, οι οποίες όμως αποτελούν υποθέσεις. Εξάλλου, στα επίσημα έγγραφα της εποχής ή μεταγενέστερα δεν υπάρχουν σαφή στοιχεία που να αιτιολογούν την προτίμηση αυτών των χρωμάτων, του είδους και του σχήματος της σημαίας. Ορισμένες από αυτές τις εκδοχές είναι οι εξής:
-Το κυανό χρώμα συμβολίζει τον ουρανό και το λευκό τον αφρό των κυμάτων της θάλασσας που περιβάλλει τη χώρα μας.
-Το λευκό συμβολίζει την αγνότητα του σκοπού των Ελλήνων και το κυανό υποδηλώνει τη θεϊκή παρέμβαση, αφού ο Θεός ενέπνευσε στο Έθνος τη μεγαλουργή ιδέα να αναλάβει και να φέρει σε αίσιο πέρας έναν άνισο, αλλά δίκαιο αγώνα.
-Τα χρώματα παραπέμπουν στη ναυτική βράκα (κυανό) και στη φουστανέλλα (λευκό).
-Οι εννέα κυανές και λευκές οριζόντιες παράλληλες λωρίδες αντιπροσωπεύουν τις συλλαβές του «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» ή συμβολίζουν τη θάλασσα και τους κυματισμούς της.
-Η κυανόλευκη σημαία είναι όμοια με εκείνη του Αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, την οποία υιοθέτησε αργότερα η κρητική οικογένεια των Καλλέργηδων στη διάρκεια του βενετο-τουρκικού πολέμου (1645-1669), με την προσθήκη της επιγραφής «ΕΝ ΤΟΥΤΩ ΝΙΚΑ».
Στη διάρκεια των Κρητικών επαναστάσεων υψώθηκαν σημαίες που έφεραν ποικίλες επιγραφές που συναντάμε στην περίοδο της Επανάστασης, καθώς και άλλες, όπως «ΚΡΗΤΗ ΕΝΩΣΙΣ», «ΕΝΩΣΗ Ή ΘΑΝΑΤΟΣ» κ.ά., οι οποίες εξέφραζαν με εμφατικό τρόπο τον προαιώνιο πόθο του Κρητικού λαού, την Ένωση της Μεγαλονήσου με τη μητέρα Ελλάδα. Αργότερα, η νεοσυσταθείσα Κρητική Πολιτεία (1899-1909) απέκτησε τη δική της σημαία, γαλάζιου χρώματος, με λευκό σταυρό στο μέσο, εκτός από το άνω εσωτερικό τετράγωνο, που ήταν ερυθρό και εντός αυτού υπήρχε χρυσοκέντητο αστέρι.
Στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα (1904-1908) υψώθηκαν γαλανόλευκες σημαίες, σημαίες με το δικέφαλο αετό και επιγραφές, όπως «ΑΜΥΝΕΣΘΑΙ ΠΕΡΙ ΠΑΤΡΗΣ» και λάβαρα.
Το 1980 εξεδόθη Προεδρικό Διάταγμα, το οποίο καθορίζει με λεπτομέρειες τις προδιαγραφές, για την κατασκευή των πολεμικών σημαιών του Στρατού Ξηράς, της Πολεμικής Αεροπορίας και, ως το 1984, του Σώματος της Χωροφυλακής. Σύμφωνα με το Διάταγμα αυτό, η πολεμική σημαία αποτελείται από κυανό ορθογώνιο τετράγωνο ύφασμα, πλευράς ενός μέτρου, με λευκό σταυρό, στο μέσο του οποίου και από τις δύο πλευρές, απεικονίζεται η μορφή του προστάτη Αγίου του κάθε Κλάδου. Για το Στρατό Ξηράς είναι ο Άγιος Γεώργιος, έφιππος να σκοτώνει το δράκοντα, για την Πολεμική Αεροπορία ο Αρχάγγελος Μιχαήλ επί νεφών και η Αγία Ειρήνη για την Αστυνομία και τη Χωροφυλακή. Κατασκευάζεται από μεταξωτό ύφασμα και στις ελεύθερες πλευρές της φέρει επίχρυσα κρόσσια, μήκους 5 εκατοστών, που συμβολίζουν τις ψυχές που εμπιστεύεται η πατρίδα σε αυτή.
Η πολεμική σημαία ηγείται της μονάδας που τη φέρει στο πεδίο της μάχης και σε περίπτωση απώλειάς της καταρρακώνεται η τιμή και το ηθικό του στρατιωτικού σώματος, ενώ δε δικαιούται να φέρει άλλη, εκτός και αν κυριεύσει εχθρική σημαία. Επίσης, χρησιμοποιείται σε επίσημες τελετές, π.χ. παρελάσεις, ορκωμοσίες, κ.λπ., κατά τις οποίες ο σημαιοφόρος συνοδεύεται από τιμητική φρουρά. Οι πολεμικές σημαίες, όταν δε χρησιμοποιούνται, φυλάσσονται σε κατάλληλο χώρο με την ευθύνη και μέριμνα των διοικητών μονάδων στις οποίες ανήκουν.
Η έπαρση της σημαίας τελείται κάθε μέρα στις 08.00 και παραμένει στη θέση της μέχρι τη δύση του ηλίου. Στη διάρκεια των αθλητικών εκδηλώσεων παραμένει σε έπαρση, ενώ στη διάρκεια εθνικού ή θρησκευτικού πένθους, οι σημαίες κυματίζουν μεσίστιες. Κατά τον εορτασμό εθνικών και τοπικών επετείων, ο σημαιοστολισμός διατηρείται και κατά τη νύχτα, εφόσον ο εορτασμός διαρκεί περισσότερες από μία ημέρες.
Κατά την έπαρση, υποστολή ή διέλευση της Εθνικής ή πολεμικής σημαίας με τη συνοδεία τιμητικής φρουράς, όλοι οφείλουν να στραφούν προς το μέρος της, να λάβουν τη στάση προσοχής και να αποδώσουν τον απαιτούμενο χαιρετισμό μέχρι την ολοκλήρωσή της. Οι σημαίες ξένων κρατών πρέπει να έχουν τις ίδιες διαστάσεις με την Εθνική Σημαία, όταν επαίρονται σε εκδηλώσεις, που πραγματοποιούνται στο εσωτερικό της χώρας.
Η σημαία είναι το σύμβολο της εθνικής μας ταυτότητας. Αποτελεί το κοινό σημείο, την κοινή αναφορά ενός συνόλου ανθρώπων, οργανωμένο σε μια κρατική οντότητα. Η έννοια της σημαίας είναι συνδεδεμένη με την οργάνωση του κράτους. Είναι το σύμβολο που μέσα από τις παραστάσεις – σύμβολα και τα χρώματά της κωδικοποιεί την ιστορία και το γίγνεσθαι ενός λαού, συμπυκνώνει τους αγώνες και τις θυσίες του και σηματοδοτεί την παρουσία του στον ανθρώπινο πολιτισμό. Εκφράζει και περικλείει τη θρησκευτική πίστη και τα οράματά του και είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την ιδέα της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας.
Πηγή υλικού
Γενικό Επιτελείο Στρατού, Διεύθυνση Ιστορίας Στρατού, Η ελληνική σημαία, Αθήνα 2005
Επιλογή υλικού
Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων