10/10/2010 Το 3ο Διεθνές Συνέδριο της Μ.Κ.Ο. «Ρωμηοσύνη» - Γ΄ Μέρος – Λοιπές Εισηγήσεις

Τετάρτη εις την σειράν εις το Γδιεθνές Συνέδριον της Μ.Κ.Ο. “Ρωμηοσύνη” ηκολούθησεν η εισήγησις του Αγιοταφίτου Αρχιμανδρίτου και νυν καθηγητού της Ιερατικής Σχολής Κύπρου π. Κυπριανού Μηλιδώνη, αποφοίτου της Αρχαιολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Ιεροσολύμων του Ισραήλ και της Ιστορίας της Τέχνης του Πανεπιστημίου του Βερολίνου.Ούτος ανέπτυξε το θέμα: «Κυπριακές εικόνες του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων. Η προσφορά του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων στην παιδεία της Κύπρου το 19ο αιώνα ». παρέλειψεν φιλοτίμως αυτού ανακοινώσεως της μέρος Το β ‘, ως καλυφθέν υπό του προλαλήσαντος κ ερευνητού. Κωστή Κοκκινόφτα.Εις το α ‘μέρος της ανακοινώσεως αυτού, ο Αρχιμανδρίτης Κυπριανός επαρουσίασε τας υπαρχούσας σχέσεις και την αγαστήν συνεργασίαν Πατριαρχείου Ιεροσολύμων και Εκκλησίας της Κύπρου δια της τέχνης της εικονογραφίας προβαλλομένης υπ’ αυτού και εις διαφανείας.

ημίσεος Συγκεκριμένως ανεφέρθη εις 5 εικόνας του α ‘του 16ου αιώνος του εικονοστασίου του Καθολικού της Ιεράς Μονής του οσίου Σάββα του ηγιασμένου. Αύται είναι αι εικόνες του Χριστού, της Θεοτόκου, του Προδρόμου, του Αρχαγγέλου Μιχαήλ και του Αρχαγγέλου Γαβριήλ. Αύται αναφέρονται εις το κώδικα 138 της Συλλογής χειρογράφων του Αγίου Σάββα ως μετενεχθείσαι εις Ιεροσόλυμα υπό Ναθαναήλ μοναχού του Κυπρίου.

Ο π. Κυπριαός ωσαύτως ανεφέρθη εις την εικόνα παρά το στασίδιον της Θ ‘ώρας του Μοναστηριακού Ναού των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης της Θεοτόκου του Ακαθίστου Ύμνου. Αύτη η εικών, του έτους 1758, πρωτοτυπεί εις το ότι απεικονίζει την Θεοτόκον στηθαίαν, στεφομένην υπό δύο αγγέλων με τας 24 στάσεις του Ακαθίστου Ύμνου, απεικονιζομένας πέριξ εις τας τέσσαρας πλευράς. Αύτη, ως και η παρά την βάσιν αυτής επιγραφή δηλοί, είναι έργον του αγιογράφου Χριστοφόρου του Κυπρίου.

Τρίτη περίπτωσις εικόνων, η οποία αποδεικνύει την επικοινωνίαν και συνεργασίαν των δύο Εκκλησιών, τυγχάνει αύτη των εικόνων του εικονοστασίου του ιερού ναού της Μεταμορφώσεως του Όρους Θαβώρ. Η Μονή αύτη εκ της εποχής της Αγίας Ελένης κατεστράφη ολοσχερώς μεταξύ του 1212-1285, επανιδρύθη δε τον 19ον αιώνα επί των ημερών του Πατριάρχου Ιεροσολύμων Κυρίλλου. Τα εγκαίνια του νέου ναού έγιναν την 6ην Αυγούστου του έτους 1862. Αι εν λόγω εικόνες, όπως αναγράφεται εις εκάστην αυτών, έγιναν με δαπάνην του Αρχιμανδρίτου Χρυσάνθου του Κυπρίου. »Του επαγγέλματός του εναντίον» «Αμάρτημα δι ‘Ούτος το 1855 ετέθη εις αργίαν από τον Μητροπολίτην Κιτίου Μελέτιον τον Γ. Ελθών δε εις την Αγίαν Γην προς εξιλέωσιν του αμαρτήματός του, είδε εις το όρος Θαβώρ, τον ανοικοδομούμενον ναόν, επέστρεψεν εις Κύπρον και το 1862 ήλθε ξανά εις τους Αγίους Τόπους και έφερε μεθ ‘εαυτού τας εικόνας ταύτας δια το εικονοστάσιον του νέου ναού της Μεταμορφώσεως .

Εν συνεχεία ωμίλησεν ο κ. Νικόλαος Ορφανίδης, μέλος της Επιτροπής της Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας της Κύπρου και συγγραφεύς με θέμα: «Κύπρος και Άγιοι Τόποι: λογοτεχνικά και άλλα». Ο κ. Ορφανίδης είπε ότι είναι ελάχισται και έμμεσοι αι αναφοραί της Κυπριακής λογοτεχνίας εις τους Αγίους Τόπους. Ούτως π.χ. εις το λογοτεχνικόν έργον του Δημητρίου Λιπέρτη αναφέρεται ο όρος «Αϊταφίτικον τζερίν».

Εις το έργον του πολυγραφωτάτου εκκλησιαστικού συγγραφέως του 18ου αιώνος, Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, αναφέρεται το μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου του Κυπρίου του εν Άκκρη-Πτολεμαΐδι, εις τον Μέγαν Συναξαριστήν και εις το Νέον Μαρτυρολόγιον εκδοθέν το 1794. Εις τούτο ο Άγιος Νικόδημος διηγείται: «Ούτος ο μάρτυς του Χριστού Γεώργιος, ήτον Κύπριος την πατρίδα, νέος εις την ηλικίαν, ωραίος εις την όψιν, φρόνιμος εις τον νουν, και σώφρων εις τα ήθη · αναχωρήσας δε από την πατρίδα του, επήγεν εις Πτολεμαΐδα, το νυν λεγόμενον Άκρι, και ευρίσκετο υπηρέτης κοντά εις ένα Κόνσουλαν Ευρωπαίον. Εργαζόμενος εκεί, εσυκοφαντήθη από φθόνον και του εζητήθη να αρνηθή την πίστιν του εις τον Χριστόν. Ο άγιος ωμολόγησε τον Χριστόν και αλυσοδεμένος ων, ύψωσε τας χείράς του εις τον ουρανόν και προσηυχήθη: Κύριε δέξαι το πνεύμά μου. Ταύτα αυτού ειπόντος, έριξαν παρευθύς όλοι τα πιστόλια επάνω εις τον μάρτυρα. Το μαρτύριόν του ηκολούθησεν αναβρασμός της θαλάσσης και επί τρεις ημέρας μετά την θανήν του εφαίνετο στύλος πυρός από τον ουρανόν εις τον τάφον του Αγίου, ευρισκόμενον μέχρι σήμερον αναμέσον του Ιερού Βήματος της Εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου και του ηγουμενείου του Πατριαρχείου εις την Άκκρην ». Εις το πρόσωπον, λοιπόν, του αγίου Νεομάρτυρος Γεωργίου του Κυπρίου έχομεν συνάντησιν Κύπρου και Παλαιστίνης «εν αγιασμώ, φωτισμώ και δόξη», εις διήγησιν κορυφαίου εκκλησιαστικού συγγραφέως.

Τρίτην περίπτωσιν μνείας των Εκκλησιών Ιεροσολύμων και Κύπρου έχομεν εις το έργον του Σάββα Τσερκεζή. Εις το Οδοιπορικόν αυτού μας δίδει πληροφορίας δια τον Ελληνισμόν της Αλεξανδρείας και άλλων πόλεων, όπου υπάρχουν Ελληνικαί Κοινότητες, ήτοι της Κωνσταντινοπόλεως, Σμύρνης, Αλεξανδρέττας, Βηρυττού, Τριπόλεως, Ιόππης κ.α. Εις την αφελή διήγησίν του, το 1866, μας διηγείται πως έφθασεν πεζός από Βηρυττόν εις Ιόππην, ήλθε εις εν παντοπωλείον ανήκον εις ένα Κύπριον, ο οποίος τον ωδήγησεν εις τον ηγούμενον του μοναστηριού των Αγίων Αρχαγγέλων του Πατριαρχείου εις Ιόππην. Εκεί ειργάσθη επί 65 ημέρας και απήλθε.

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η διήγησις του Νικολάου Καταλάνου εις το «Κυπριακόν Λεύκωμα Ζήνων» το 1914 δια τους Παγκυπρίους αγώνας του 1904 εις Λάρνακα και την υποδοχήν προσκυνητών, προερχομένων εξ Ιόππης, το πλοίον των οποίων άραξεν εις τον λιμένα της Λάρνακος. Μεταξύ του Ομίλου των προσκυνητών, επανακαμπτόντων εξ Ιεροσολύμων με το πλοίον «Βασιλεύς Γεώργιος», αναφέρονται οι Μητροπολίται Κερκύρας και Άρτης, ο Μητροπολίτης Κρήτης Ευμένιος και οι καθηγηταί Μιστριώτης και Καρολίδης. Με την αποβίβασιν των προσκυνητών αναπέμπεται Δοξολογία επί τη αισία αφίξει αυτών εις τον ιερόν ναόν του Αγίου Λαζάρου και ακολούθως μετά το δείπνον γίνεται η επιβίβασις των επισκεπτών περί την 10.30 μ.μ. ώραν και ο απόπλους του πλοίου. Εις το λογοτεχνικόν τούτο έργον έχομεν συνάντησιν Κύπρου και Αγίων Τόπων, και τον Ελληνισμόν εξ άλλων περιοχών της Ελλάδος αγωνιζόμενον δια την ενότητά του.

Ακολούθως ωμίλησεν η δρ. Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Θεολόγος, ΜΑ-Φιλόλογος, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών-με θέμα: «Άγιοι Τόποι και Κύπρος στα αφιερώματα του Γ. Σεφέρη ». Τα κυριώτερα σημεία της εισηγήσεως της κ. Διαμαντοπούλου ήσαν: ότι ο νομπελίστας ποιητής Σεφέρης από της πρώτης επισκέψεώς του εις την Κύπρον, το 1953, έως και τον θάνατόν του, το 1971, έμεινε στενά συνδεδεμένος με αυτήν, με τους ανθρώπους της, την γην της και την υπόθεσίν της.

Ο ποιητής τιμάται με το βραβείον Νόμπελ της Λογοτεχνίας το 1963. Κυρία πηγή της ποιητικής εμπνεύσεώς του αποτελεί η Κύπρος, εις την οποίαν, όπως λέγει, «λειτουργεί ακόμα το θαύμα». «Οι Κύπριοι», λέγει ο ποιητής εις το ημερολόγιόν του Μέρες ΣΤ ‘, «Έδειξαν καρτερίαν. Αντεμετώπισαν το πρόβλημά τους με καρτερίαν, «χωρίς δαιδαλώδη διπλωματίαν». Ο Σεφέρης ήλθεν εις βαθείαν γνώσιν του Κυπριακού πολιτισμού και της κουλτούρας. Εγνώρισεν ήθη, έθιμα, ανθρώπους και συνηθείας αυτών. Από την Κύπρο ως Έλλην, λέγει: νιώθει κανείς την Ελλάδα πιο ευρύχωρη, πιο πλατιά, χωρίς τους Έλληνας χωροφύλακας η δημοσίους υπαλλήλους. «Η Κυπριακή διάλεκτος», είπε η κ. Διαμαντοπούλου, «τον σφραγίζει, γιατί πολλές λέξεις παραμένουν αρχαιοελληνικές με καταγωγή που φθάνει ανεμπόδιστα μέχρι τα ομηρικά έπη». Στην Κύπρο έμεινε έως τον Δεκέμβριον του 1953.

Το 1942, όταν επισκέπτεται τους Αγίους Τόπους, σύμφωνα με το έργον του Μέρες Δ ‘, Αναφέρει: «Ως προχτές το βράδυ η Ιερουσαλήμ ήταν ένα κλειστό κουτί,« ανοίξω … Έτσι συλλογιζόμουν μέσα στα μπερδεμένα σοκάκια του χτεσινού παζαριού, κι ένιωσα τη μοίρα μου τοποθετημένη, όπως πάντα ο Ελληνισμός, σ. “Που δεν είχα όρεξη να τ εκείνο το σημείο, όπου παίζει η ζυγαριά ανάμεσα στην Ελλάδα και την Ανατολή. Σαν να με είχαν στείλει αυτού, για να δικάσω τι πρέπει να περάσει έξω στις πόρτες της Ευρώπης από τούτο το σκοτεινό και μαγεμένο κόσμο».

Τότε ήταν που επεσκέφθη τον Πανάγιον Τάφον. Στο παρεκκλήσι του Γολγοθά ο φύλακας του λέγει, «φυλάγω τον τόπο, για να μην τον πατήσουν οι Φράγκοι». Από τα τείχη της πόλεως πέρασε εις το Όρος των Ελαιών και από εκεί στον Ιορδάνη ποταμό και τη Νεκράν Θάλασσαν. «Πρώτος σταθμός στα πόδια του Σαρανταρίου Όρους, έξω από την Ιεριχώ. Μετόχι, ένα μικρό περιβόλι, αυλάκι δέντρα και δυνατό νερό στ ‘. Από πάνω ο αψηλός απότομος βράχος, η θέση του επί του Όρους Πειρασμού, και στα μισά του βράχου σφηνωμένο το μοναστήρι. Πήραμε το μονοπάτι. Το μοναστήρι μισό χτιστό, μισό σκαμμένο μέσα πέτρα στην .. ». Έπειτα στο μοναστήρι του Βαπτιστού, στη Νεκρά Θάλασσα, στο τείχος της Δαμασκού. Έπειτα στον άγιον Τάφο ξανά. Δια το εικονοστάσιον των Αγίων Αποστόλων της Μονής Αβραάμ λέγει: «Ο, τι πιάνουν με αγάπη τα χέρια του ανθρώπου, αγιάζει». Τον Απρίλιον του 1954 επισκέπτεται την Μαδηβάν, την Ορθόδοξον Εκκλησίαν.

Εις τας 17 του ιδίου μηνός του ιδίου έτους ευρίσκεται δια μίαν ακόμη φοράν εις τους Αγίους Τόπους, δια την Μεγάλην Εβδομάδα. Στον Εσπερινό των Βαΐων, όπως αναφέρει, ήταν η πρώτη του Ακολουθία στον Πανάγιο Τάφο. Τον συγκίνησε ο ύμνος: «Εισελεύσομαι εις τον οίκον σου, Δέσποτα». «Τον Αρμένιο φύλακα», λέγει, «είδα βλοσυρόν, εν ω το πρόσωπον του Γέρου Δραγουμάνου Θεοδωρήτου μου είναι συμπαθές. Την Μεγάλην Τρίτην ευρίσκεται εις τον Άγιον Σάββαν και λέγει: «εν γη ερήμω και ανύδρω … Στεγνοί λόφοι, το μοναστήρι στη δυτική πλευρά της Νεκρής Θάλασσας. Οι μοναχοί, πολύ γέροι οι περισσότεροι. Καθώς μου μιλά ένας καλόγερος (μεσόκοπος) για θρύλους και ιστορικά (αξεχώριστα), θυμίζει τις προφητείες του Φτωχολέοντα. Λέει: «Ο βασιλιάς μας ο Κωνσταντίνος», σα να ήτανε χτες η σα να ζούσε ακόμη ο Παλαιολόγος. Μισεί τους Λατίνους. Θανάσιμο μίσος ». Ο Σεφέρης παρατηρεί, ακόμη, τις εικόνες στο Μοναστήρι και καταγράφει το ρητό του Αγίου Σισώη (Αιγυπτίου) αριστερά στον τοίχο: «ότι η οδός η απάγουσα εύχεσθαι αεί τω Θεώ και το αγωνίζεσθαι είναι υποκάτω παντός ανθρώπου». Εις τον Άγιον Σάββα ζουν 20 Έλληνες, 3 Ρουμάνοι, 2 Ρώσοι. Την Μεγάλην Τρίτην παρακολουθεί την ακολουθίαν του Νυμφίου εις τον Άγιον Κωνσταντίνον. Την Μεγάλην Πέμπτην τον Νιπτήρα, την Μεγάλην Παρασκευήν την ακουλουθίαν εις τον Άγιον Κωνσταντίνον, το Μέγα Σάββατον εις τον Άγιον Σάββαν. Τα ταξίδια αυτά τον εσφράγισαν, τον εστιγμάτισαν.

Το 1955 ευρίσκεται και πάλιν εις τους Αγίους Τόπους εις την Ιερουσαλήμ. «Το Μάρτιο του 1956, ο ποιητής βρέθηκε στο Όρος των Σαμαρειτών η Γαριζίν», πη θα όπου απ ‘: «… Άλλο κλίμα, ανθρώπινο. πλανήτη άλλο Θαρρείς πως ταξίδεψες σ ‘. Μια αλαφριά δροσιά, μυρωμένη, καρδιά ανοίγει την που σ ‘. Το μόνο μέρος που θα λυπηθώ τώρα που φεύγω είναι τούτο το μέρος, όπου καταφεύγουμε στα Ιεροσόλυμα … ».

Αυτή περιληπτικώς είναι η σύνδεσις Κύπρου και Αγίων Τόπων στο ημερολόγιο του Σεφέρη, την οποίαν επραγματεύθη η κ. Διαμαντοπούλου.

(Έπεται η συνέχεια …)

Εκ της Αρχιγραμματείας

 

Η πρωτότυπη είδηση σε πολυτονική γραφή βρίσκεται στην Πύλη ειδησεογραφίας του Πατριαρχείου στον σύνδεσμο http://www.jp-newsgate.net/gr/2010/10/10/2177/




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 19/04/2024 12:20:10 μμ