«Ἀραβικὸς πολιτισμὸς καὶ ποιὰ ἑλληνικὰ γράμματα;»

Μ.Κ.Ο. «Ρωμηοσνη»
2ο Διεθν
ς Συνδριο μ θμα «γιοι Τόποι κα Ρωμηοσύνη»

 
μφιθατρο το Πολεμικο Μουσεου θηνν
  Κυριακ
30 Μαου 2010

 

Εἰσηγήτρια: κ. Ἑλένη Κονδύλη Μπασούκου, Ἀναπληρώτρια Καθηγήτρια Τουρκικῶν καὶ Σύγχρονων Ἀσιατικῶν Σπουδῶν Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν


Θέμα: «Αραβικός πολιτισμός και ποια ελληνικά γράμματα;»   

 

 

Aραβικός πολιτισμός και ποια ελληνικά γράμματα;

1. Πρέπει να κάνουμε τη διαφορά ανάμεσα στις γλώσσες, αυτονόητο θα μου πείτε: τα αραβικά είναι αραβκά, και τα ελληνικά, ελληνικά!

Βεβαίως. …Προσοχή μόνο στη διαφορά ανάμεσα στο αλφάβητο και τη γλώσσα: αν δλδ είναι αυτονόητο ότι τα γερμανικά και τα γαλλικά γράφονται με το ίδιο αλφάβητο μα δεν είναι ίδια γλώσσα, όσο και να μας φανεί περίεργο, πρέπει να θυμηθούμε ότι παλαιότερα και τα αραβικά, και τα ελληνικά γράφονταν καμιά φορά με διαφορετικά αλφάβητα: ΚΑΙ για κείμενα που δεν είχαν μη λόγια μορφή της γλώσσας.

Δίδαγμα: παλαιότερα η επαφή ανάμεσα στους ανθρώπους ήταν ουσιαστική και βασιζόταν σε μεγαλύτερη γνώση, ακόμη και μεταξύ σχετικά αγραμμάτων ή μη ιδιαιτέρως λογίων. Άρα η γνώση είχε σαφέστερα κοινωνικότερο χαρακτήρα από ό,τι έχει σήμερα.

2. Έχουμε κοινά στοιχεία λέξεων και ορολογίας μεταξύ ελληνικών και αραβικών. Θα σταθώ περισσότερο στις ελληνικές λέξεις που ενσωματώθηκαν στο αραβικό λεξιλόγιο:


- Φιλοσοφία: φάλσαφα
- Φιλόσοφος: φαϊλασούφ, πληθυντικός φαλάσιφα
- Γλώσσα: λούγα (λόγος), πληθυντικός λουγάτ
- Σοφία: σουφίγια
- Πύργος: μπουρτζ, πληθυντικός μπουράτζ, αμπράτζ.


Επέλεξα μερικές απ’ αυτές τις λέξεις για να δείξω ότι όχι μόνο ο δανεισμός λέξεων και ορολογίας σημαίνει επίδραση σε ένα λόγιο τομέα, αλλά και ότι οι λέξεις που πάρθηκαν από τα ελληνικά, έζησαν βαθιά μέσα στην αραβική γλώσσα, ενσωματώθηκαν απόλυτα, κι έκαναν σ’ αυτήν τη δική τους πορεία. 
Ήδη για την προϊσλαμική εποχή ο Régis Blachère, ειδικός της αραβικής λογοτεχνίας, αναφέρει ότι οι αραβικές φυλές του βορρά, της Πετραίας Αραβίας θα λέγαμε χοντρικά, επειδή είχαν χριστιανικό θρήσκευμα ήταν ακριβώς αυτοί που ενσωμάτωσαν στην αραβική γλώσσα λέξεις και έννοιες που οδήγησαν την αραβική ταυτότητα πιο κοντά και σε άλλες κοινωνικές και γλωσσικές ομάδες της εποχής τους.


Ένα πολύ ενδιαφέρον παράδειγμα είναι η μεσαιωνική συζήτηση, στις πρώτες σελίδες ενός βιβλίου γραμμένο από τους σούφι για τους σούφι, για την ετυμολογία της λέξης ‘τασαούφ’, που προέρχεται από το ‘σούφι’:

Έχει επικρατήσει η σκέψη ότι η λέξη σούφι προέρχεται από τη λέξη σάουφ, που σημαίνει μαλλί, και παραπέμπει στο τρίχινο ένδυμα των ασκητών, είτε χριστιανών, είτε προ-χριστιανών (π.χ. το τρίχινο ένδυμα του Αγ. Ιωάννη Προδρόμου). Ο Ναζμ αλ-Ντιν Κουμπρά, σούφι του 12ου αιώνα, προσφέρει όντως μια λαϊκή ετυμολογία γράφοντας ότι τα τρία γράμματα της λέξης ‘σάουφ ’ (ήτοι ‘σ’, ‘ου’, ‘φ’) δείχνουν τις ιδιότητες και τις αρετές του σούφι, λέξη που αποτελείται από αυτά τα 3 γράμματα επίσης. Βέβαια, μια τέτοια θεώρηση δεν έχει καμιά σχέση με την ετυμολογία. Ο Καλαμπάδι αντίθετα, σούφι του 10ου αιώνα (πέθανε γύρω στο 990), με απόλυτη επιστημοσύνη και ταπείνωση, χωρίς δλδ να παίρνει θέση, παραθέτει για τη λέξη ‘σούφι’ –μεταξύ των άλλων- και τις εξής ετυμολογίες:


- σάουφ, μάλλινο (σκουφί των χριστιανών μοναχών)

- σάφ, καθαρότητα (μην ξεχνάμε και το δικό μας ‘σοφόν το σαφές’)

- σούφα, ο πάγκος, όπου οι πρώτοι πιο ένθερμοι μουσουλμάνοι στέκονταν περιμένοντας έτοιμοι τα προστάγματα του Μωάμεθ, και καταλήγει βέβαια στο

- σοφός, σοφία, την ελληνική λέξη.


3. Όχι όμως μόνο στην ορολογία η μια γλώσσα βοήθησε την άλλη: τα ελληνικά και τα αραβικά αλλελεπιδρούσαν και φανέρωναν συγγένεια στην απόδοση εννοιών και επιστημών:

Εδώ θα σταθώ και σε μια λέξη-επιστήμη του Ισλάμ. Τη λέξη καλάμ, που σημαίνει στα αραβικά ‘λόγος, κουβέντα’. Καλάμ είναι μια εντελώς αραβική λέξη που επιλέχτηκε για να σημαίνει την πρώτη ισλαμική θεολογία, που ήταν διαλεκτική θεολογία, σύμφωνα με τους ειδικούς. Ήταν η επιστήμη της σωστής παράδοσης, της σωστής μεταφοράς των επιχειρημάτων από το Ισλάμ προς τον έξω κόσμο. Και να λοιπόν που

-Ο πνευματικός διάλογος των ειδικών του Ισλάμ με την ελληνική φιλοσοφία είναι η ‘φάλσαφα’, ενώ 

-η διαλεκτική φιλοσοφία του Ισλάμ ονομάστηκε ‘καλάμ’, 


Τυχαία άραγε η λέξη καλάμ για να μιλήσει κανείς για θεο-λογία; 
Ας μην ξεχνάμε ότι η αραβική εποχή κατά την οποία αναπτύχθηκε η θεολογία του καλάμ συνέβη να έχει έδρα της τη Δαμασκό. Και η Δαμασκός, και όλη η ευρύτερη Συροπαλαιστίνη, ήταν ο τόπος όπου υπήρχε η μεγαλύτερη πολιτιστική και ιδεολογική επένδυση του Βυζαντίου για τον απλούστατο λόγο: η πρώτη χριστιανική αυτοκρατορία στον κόσμο, με το όραμα του Αγίου και Μεγάλου Κωνσταντίνου είχε επενδύσει πολύ στους Αγίους Τόπους της Χριστιανοσύνης, και ας μην ξεχνάμε βέβαια, πως ναι μεν, με τη λέξη ‘βυζάντιο’ σκεφτόμαστε ‘αγία σοφία’, αλλά, η Αγία Σοφία είναι η εκκλησία που τελειοποιήθηκε την εποχή του Ιουστινιανού, τον 6ο αι., ενώ ο περίφημος Ναός της Αναστάσεως χτίστηκε με την αναζήτηση του Τιμίου Σταυρού από τη μητέρα του Αγίου Κωνσταντίνου τον 4ο αιώνα, στα έγκατα των Αγίων Τόπων, στα έγκατα της Ανάστασης. 


Η εξέλιξη των αραβικών γραμμάτων, ιδιαιτέρως στο απόγειό τους, μεταξύ 8ου και 10ου αιώνα, ήταν ουσιαστικά μια συ-ζήτηση, ανά-ζήτηση με τον ελληνικό και ιρανικό πολιτισμό. 

Το γεγονός ότι η εξάπλωση των Αράβων έγινε πρώτα στις βυζαντινές επαρχίες, εκεί όπου το ελληνόφωνο στοιχείο, από ελληνιστικό συνέπραξε και κατέληξε ελληνικό και χριστιανικό, στάθηκε εντελώς προτρεπτικό στην εμφύτευση της ελληνικής σκέψης στο αραβικό γίγνεσθαι. Τα ελληνικά γράμματα που πρωτοσυνάντησαν οι Άραβες τότε ήταν συνυφασμένα με το χριστιανισμό. Αντίθετα από τη νομοθεσία του Ιουλιανού που απαγόρευε στους χριστιανούς να διδάσκουν τα ελληνικά γράμματα της αρχαιότητας, οι Άραβες γνώρισαν τα ελληνικά γράμματα –λέγεται, γιατί πια δεν είναι σίγουρο- μέσα από τα συρόφωνα μοναστήρια.
Αυτό το τελευταίο στοιχείο μας βοηθά ίσως να κατανοήσουμε με ποιο τρόπο η δεύτερη εξάπλωση του ελληνικού κύματος μετά το κύμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, ήταν η χριστιανική γραμματεία, που, ακόμη και συρόφωνη, έφερε τη σφραγίδα της επιχειραματολογίας και της αρμονίας των ελληνικών γραμμάτων και φιλοσοφίας, εφόσον και η συζήτηση του χριστιανικού δόγματος γινόταν με βάση την ελληνική γλώσσα και λογική.
Αργότερα, όταν οι Άραβες επέλεξαν κέντρο τους τη Βαγδάτη, και βρέθηκαν ως άρχουσα μειονότητα στην γεωγραφική ζώνη όπου για αιώνες απλωνόταν ο περσικός πολιτισμός, οι Άραβες καλλιέργησαν ιδιαιτέρως τα ελληνικά γράμματα ως απόδειξη πολιτισμού ενάντια στον περσικό πολιτισμό και το υπόστρωμά του. Όντως, υπήρξε ένα ιδεολογικό κίνημα, η σουουμπίγια, όπου υπήρχε, πολύ απλοποιημένα, το εξής επιχείρημα, από πλευράς των Περσών μουσουλμάνων: ‘αφού έχουμε ισότητα με τους Άραβες λόγω της κοινής πίστης μας στο Ισλάμ, είμαστε ανώτεροι από αυτούς αφού έχουμε αρχαιότερο πολιτισμό’. Έτσι, η ένθερμη υποστήριξη των ελληνικών γραμμάτων από μεριάς των Αράβων, και η μετάφραση στα αραβικά του συνόλου σχεδόν των ελληνικών έργων, έδινε στους Άραβες το προβάδισμα σε σχέση με τους Πέρσες.

Ένα ζήτημα απλό είναι: Ποιοι έκαναν τις μεταφράσεις; Μα, αυτονόητο: άνθρωποι που ήξεραν ελληνικά.

Ο Φαράμπι (872-950), μεγάλος φιλόσοφος, δεν γνώριζε ελληνικά. Είναι όμως γνωστό ότι είχε έναν έλληνα σκλάβο, από τον οποίο μάθαινε διάφορα που τον απασχολούσαν.

Ο Μαάρι, μεγάλος ποιητής και δοκιμιογράφος του 11ου αιώνα, είχε μείνει σε μονή περνώντας τα σύνορα της Συρίας μέσα στο βυζαντινό έδαφος, για κάμποσους μήνες, ακριβώς για να βιώσει και να μάθει πράγματα που δεν αφορούσαν τόσο την πίστη –άλλωστε πιστός μουσουλμάνος έμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του-, αλλά τα γράμματα.

Από τα λίγα αυτά παραδείγματα βλέπουμε ότι οι Άραβες καλλιεργούσαν όντως τα ελληνικά γράμματα, με το δικό τους σύγ-χρονο τρόπο. Δεν είναι απλώς σχολιαστές του Αριστοτέλη οι ένδοξοι Άραβες φιλόσοφοι, Κίντι (801-873), Φαράμπι, Αβικέννας (980-1037), Αβερρόης (1126-1198) και τόσοι άλλοι. Χάραξαν το δικό τους δρόμο, και έρχονταν σε επαφή με τους συνανθρώπους τους Ρωμιούς, που συ-ζητούσαν μαζί τους για γνώση ζωντανή.

Η γνώση της ελληνικής γλώσσας και γραμμάτων δεν ήταν κάτι που μεταδιδόταν νεκρό. Ζωντανή ήταν η γλώσσα και το αμφίδρομο ενδιαφέρον γειτόνων λαών, άλλοτε εχθρών και άλλοτε φίλων. 

Ας μην ξεχνάμε ότι και οι βυζαντινοί (η λέξη δεν υπήρχε τότε, ρωμιοί ήταν το όνομα της αυτοδιάθεσής τους) ενδιαφέρονταν, γνώριζαν και μετέφραζαν έργα των συγχρόνων τους Αράβων.
Ο Τζάχιζ (781-869), ένας από τους μεγαλύτερους πεζογράφους, αναφέρει πως οι ‘Έλληνες’ ασκούσαν όλων των ειδών τα ενδιαφέροντα επαγγέλματα, ήταν γιατροί, γεωγράφοι, μαθηματικοί, μουσικοί κλπ. Κατόπιν, ο Τζάχιζ παρέθετε μια ολόκληρη παράγραφο για τη ζωγραφική των Ελλήνων, πόσα πράγματα μπορούσε να αποδώσει στα πρόσωπα, κλπ. (ας σκεφτούμε κιόλας πόσο σημαντικό θέμα ήταν εκείνο τον αιώνα το θέμα της εικόνας, όταν οι Άραβες πάλευαν με τα γράμματα και το αραβούργημα, ενώ οι Ρωμιοί διχάζονταν για το θέμα της θρησκευτικής απεικόνισης). Και συμπλήρωνε κατόπιν, ώστε δεν μπορεί παρά να καταλάβει ποιους ονόμαζε ‘ρούμι’ και ‘γιουνάνι’ : ‘παράξενοι αυτοί οι Έλληνες, πιστεύουν σε ένα θεό, μα δεν είναι ένας, είναι τριάδα’. Για να κάνει κατανοητό το θέμα της τριαδικότητας, αναφέρει: ο θεός τους είναι όπως «καντηλάκι- λάδι-φυτιλάκι», αλλιώς φλόγα, που είναι μια, δεν υπάρχει. Σα να λέμε ο Τζάχιζ έχει έρθει σε επαφή με χριστιανούς που του έχουν εξηγήσει την τριαδικότητα με παρόμοιο τρόπο μ’ αυτόν που ο άγιος Σπυρίδωνας εξηγούσε στην α’ οικουμενική σύνοδο την τριαδικότητα του Θεού.

Άρα για τους Άραβες ήταν κοινός τόπος ότι τα ελληνικά ανήκαν σ’ αυτούς που τα μιλούσαν τότε. Πώς τους έλεγαν λοιπόν; Ρουμί και γιουνάνι (ρωμιούς και ίωνες), ασχέτως θρησκείας. 

Ρουμί ήταν λοιπόν αυτοί που είχαν ενστερνιστεί χριστιανοσύνη και ελληνικότητα μαζί. Για το λόγο αυτό, και χριστιανοί που δε μιλούν ελληνικά πια, είναι ρουμ-ορτοντόξ. Γι’ αυτό το λόγο αραβικές εικόνες έχουν ακόμη ελληνικά γράμματα στις επιγραφές τους. Για το λόγο πως ό,τιδήποτε είναι πολιτισμός, είναι ζωντανό και οδηγεί στη ζωή. Ζωντανά τα ελληνικά γράμματα ένωναν λαούς, συμβάδιζαν μαζί τους, δημιουργούσαν λόγους συμβίωσης.
Ναι, τα ζωντανά, των Ρωμιών γράμματα, ήταν γιοφύρια για να ενώνουν ανθρώπους και εποχές.

Πολλές μελέτες πρέπει να γίνουν για να δείξουν πόσο η ιστορία των λαών έχει να μάθει πολλά πέραν των πολέμων. Γιατροί και μαθηματικοί αντήλασσαν απόψεις μεταξύ ΚΠ και Βαγδάτης, Αντιόχειας και Καϊρου. Φιλόσοφοι και μουσικοί συζητούσαν και άκουγαν ο ένας τον άλλον.

Η αραβική αναγνώριση των ελληνικών γραμμάτων είναι σχεδόν απόδειξη της σχέσης των αρχαιοελληνικών γραμμάτων με τη Ρωμιοσύνη.
Είθε η Ρωμιοσύνη και σήμερα να συμβάλει στην παρηγορία και αναζωογόνηση των χειμαζομένων Αράβων, είτε Χριστιανών, είτε Μουσουλμάνων.

 




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 26/04/2024 9:01:39 πμ