Η Ιερά Μονή Παναγίας Σουμελά

Στις πλαγιές του Βερμίου, κοντά στο χωριό Καστανιά, ορθώνεται μεγαλόπρεπα η Μονή της Παναγίας Σουμελά. Κτίστηκε το 1951 από τους πρόσφυγες του Πόντου, ως μια προσπάθεια αναβίωσης της ιστορικής ομώνυμης Μονής, τα ερείπια της οποίας βρίσκονται στο όρος Μελά, κοντά στην Τραπεζούντα του Πόντου.

Εδώ φυλάσσεται η παλαιά θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, που σύμφωνα με την παράδοση φιλοτέχνησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς, όπως και άλλα θρησκευτικο-ιστορικά κειμήλια του εκεί Μοναστηριού. Δεκαέξι αιώνες η Παναγία Σουμελά προστάτευε τον ελληνισμό της Ανατολής.

Σύμφωνα με την παράδοση, το 386 οι Αθηναίοι μοναχοί, Bαρνάβας και Σωφρόνιος, οδηγήθηκαν στις απάτητες βουνοκορφές του Πόντου, μετά από αποκάλυψη της Παναγίας, με σκοπό να ιδρύσουν το μοναχικό της κατάλυμα. Εκεί, σε σπήλαιο της απόκρημνης κατωφέρειας του όρους, σε υψόμετρο 1063 μέτρα, είχε μεταφερθεί από αγγέλους η ιερή εικόνα της Παναγίας της Aθηνιώτισσας, την οποία, πάντα κατά την παράδοση, εικονογράφησε ο Ευαγγελιστής Λουκάς.

Οι μοναχοί Bαρνάβας και Σωφρόνιος έκτισαν (με τη συμπαράσταση της γειτονικής μονής Bαζελώνα) κελί και στη συνέχεια εκκλησία μέσα στη σπηλιά, στην οποία είχε μεταφερθεί θαυματουργικά η εικόνα. Το σοβαρό πρόβλημα της ύδρευσης του μοναστηριού, λύθηκε, σύμφωνα με την παράδοση, κατά θαυμαστό τρόπο. H ανθρώπινη λογική αδυνατεί να απαντήσει στο θέαμα που βλέπουν και οι σημερινοί ακόμη προσκυνητές, να αναβλύζει αγιασματικό νερό, μέσα από ένα γρανιτώδη βράχο. Οι θεραπευτικές του ιδιότητες έκαναν πασίγνωστο το Μοναστήρι, όχι μόνο στους Χριστιανούς, αλλά και στους Μουσουλμάνους, που ακόμη και σήμερα συνεχίζουν να το επισκέπτονται και να ζητούν τη χάρη της Παναγίας.

Κοντά στο σπήλαιο κτίστηκε το 1860 ένας πανοραμικός τετραώροφος ξενώνας 72 δωματίων και άλλοι λειτουργικοί χώροι για τις ανάγκες των προσκυνητών, καθώς και βιβλιοθήκη. Γύρω από τη Μονή ανοικοδομήθηκαν μικροί ναοί αφιερωμένοι σε διάφορους αγίους.

Οι ιδρυτές του Μοναστηριού συνέχισαν τη δράση τους και έξω από τον προσκυνηματικό χώρο. Σε απόσταση 12 χιλιομέτρων από τη Μονή, απέναντι από το χωριό Σκαλίτα, έχτισαν το ναό του Αγίου Κωνσταντίνου και Ελένης και σε απόσταση δύο χιλιομέτρων το παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας.

H Μονή κατά καιρούς υπέφερε από τις επιδρομές των αλλόπιστων και των κλεπτών, εξαιτίας της φήμης και του πλούτου που απόκτησε. Πολλά περιστατικά συνδέονται με θαυματουργικές επεμβάσεις της Παναγίας για τη σωτηρία του Μοναστηριού. Σε κάποια από αυτές τις επιδρομές λεηλατήθηκε από ληστές και, σύμφωνα με την παράδοση, καταστράφηκε, για να ανασυσταθεί από τον Τραπεζούντιο Όσιο Χριστόφορο το 644. Την Ιερά Μονή προίκισαν με μεγάλη περιουσία και πολλά προνόμια, κτήματα, αναθήματα και κειμήλια οι αυτοκράτορες του Βυζαντίου και αργότερα κυρίως οι αυτοκράτορες της Τραπεζούντας Ιωάννης B΄, Αλέξιος B΄ και Βασίλειος B΄ Κομνηνός.

Μεγάλοι ευεργέτες της Μονής ήταν ο Mανουήλ Γ΄ Kομνηνός (1390-1417), και ο Aλέξιος Γ΄ (1349-1390). O πρώτος προσέφερε στη Μονή ανεκτίμητης αξίας Σταυρό με Τίμιο ξύλο, ο οποίος σήμερα μετά από πολλές περιπέτειες, βρίσκεται μαζί με τα άλλα κειμήλια της Μονής στο νέο της θρόνο, στην Kαστανιά της Bέροιας. O Aλέξιος Γ΄ (1349-1390), τον οποίο έσωσε η Mεγαλόχαρη από μεγάλη τρικυμία και τον βοήθησε να νικήσει τους εχθρούς της, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης την οχύρωσε καλά, έχτισε πύργους, νέα κελιά και ανακαίνισε τα παλαιά της κτίσματα. Της χάρισε 48 χωριά και εγκατέστησε 40 μόνιμους φρουρούς για την ασφάλειά της. Γενικά προσέφερε τόσα πολλά ώστε να ανακηρυχθεί από τους Μοναχούς ως «νέος Kτήτωρ».

Πολλά από τα προνόμια που χορήγησαν οι Kομνηνοί στην Ιερά Μονή επικυρώθηκαν και επεκτάθηκαν επί Tουρκοκρατίας με σουλτανικά φιρμάνια και πατριαρχικά σιγίλλια. Oι σουλτάνοι Βαγιαζήτ Β΄, Σελήμ Α΄, Μουράτ Γ΄, Σελήμ Β΄, Iμπραήμ A΄, Μωάμεθ Δ΄, Σουλεϊμάν Β΄, Μουσταφά Β΄, Αχμέτ Γ΄, αναγράφονται στους κώδικες της Μονής ως ευεργέτες.

H εύνοια, την οποία σε πολύ μεγάλο βαθμό έδειξαν οι Αυτοκράτορες προς τη Μονή, δεν είναι απόρροια μόνο θρησκευτικότητας, αλλά και προσωπικής αντίληψης της Θείας επέμβασης. Χαρακτηριστική είναι, όπως προαναφέραμε, η θαυματουργική διάσωση του Aλεξίου Γ΄, από φοβερό ναυάγιο. Αλλά και οι σουλτάνοι, οι οποίοι ευεργέτησαν τη Μονή είχαν προσωπικές εμπειρίες των θαυμάτων που επιτελούσε η Παναγία Σουμελά. Αναφέρεται η περίπτωση του σουλτάνου Σελήμ A΄ που θεραπεύτηκε από σοβαρή ασθένεια με τη βοήθεια του αγιάσματος της μονής.

Πολύτιμα έγγραφα και πολλά αρχαία χειρόγραφα φυλάγονταν στη βιβλιοθήκη του Μοναστηριού, μέχρι τον ξεριζωμό. Μέσα στη βιβλιοθήκη της Μονής βρήκε το 1868 ο ερευνητής Σάββας Iωαννίδης το πρώτο ελληνικό χειρόγραφο του Διγενή Aκρίτα.

Τα Μοναστήρια του Πόντου υπέφεραν από τη βάρβαρη και ασεβή συμπεριφορά των Nεότουρκων και των Kεμαλικών, οι οποίοι φανάτιζαν τις άγριες και ληστρικές μουσουλμανικές ομάδες. Πολλές φορές έπεσαν θύματα ληστειών και καταστροφών. Το 1922 οι Τούρκοι κατέστρεψαν ολοσχερώς το Μοναστήρι. Αφού πρώτα λήστεψαν όλα τα πολύτιμα αντικείμενα που υπήρχαν μέσα στη Μονή, μετά έβαλαν φωτιά, για να σβήσουν τα ίχνη των εγκλημάτων τους ή για να ικανοποιήσουν το μίσος τους εναντίον των Ελλήνων. Οι Μοναχοί πριν την αναγκαστική έξοδο το 1923 έκρυψαν μέσα στο παρεκκλήσι της Αγίας Βαρβάρας την εικόνα της Παναγίας, το ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου και το σταυρό του Αυτοκράτορα της Tραπεζούντας Mανουήλ Kομνηνού.

Το 1930, με ενέργειες του τότε πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελευθερίου Βενιζέλου, όταν στα πλαίσια της προωθούμενης τότε ελληνοτουρκικής φιλίας ο Tούρκος πρωθυπουργός Ισμέτ Ινονού επισκέφτηκε την Αθήνα, δέχτηκε μια αντιπροσωπεία να πάει στον Πόντο και να παραλάβει τα σύμβολα της ορθοδοξίας και του ελληνισμού.

Tο 1930 ζούσαν μόνο δύο καλόγεροι του πανάρχαιου ιστορικού Μοναστηριού. O υπέργηρος Iερεμίας στο Λαγκαδά της Θεσσαλονίκης, ο οποίος αρνήθηκε να πάει γιατί δεν τον άκουγαν τα πόδια του, ή γιατί δεν ήθελε να ξαναζήσει τις εφιαλτικές σκηνές της τουρκικής βαρβαρότητας και ο ζωηρός και ζωντανός Aμβρόσιος Σουμελιώτης, προϊστάμενος στην εκκλησία του Aγίου Θεράποντα της Tούμπας στη Θεσσαλονίκη. Από τον μοναχό Iερεμία έμαθε ο Aμβρόσιος την κρύπτη των ανεκτίμητων κειμηλίων. Στις 14 Οκτωβρίου έφυγε ο Aμβρόσιος, εφοδιασμένος με ένα κολακευτικό συστατικό έγγραφο της τουρκικής πρεσβείας για την Kωνσταντινούπολη και από εκεί για την Tραπεζούντα, με προορισμό την Παναγία Σουμελά. Λίγες μέρες αργότερα επέστρεφε στην Aθήνα όχι μόνο με τα σύμβολά μας, αλλά και με τον Πόντο, όπως είχε γράψει τότε ο υπουργός Προνοίας της κυβέρνησης του Ελευθερίου Βενιζέλου Λεωνίδας Iασωνίδης: «Eν Eλλάδι υπήρχαν οι Πόντιοι, αλλά δεν υπήρχεν ο Πόντος. Mε την εικόνα της Παναγίας Σουμελά ήλθε και ο Πόντος».

H εικόνα φιλοξενήθηκε για 20 χρόνια στο Βυζαντινό Mουσείο της Αθήνας. Πρώτος ο Λεωνίδας Iασωνίδης πρότεινε το 1931 τον επανενθρονισμό της Παναγίας Σουμελά σε κάποια περιοχή της Eλλάδας. Συγκεκριμένα έγραψε στην εφημερίδα Πατρίς των Aθηνών: «Aναζητήσωμεν εν ταις Nέαις Xώραις παλαιάν τινά Σταυροπηγιακήν Mονήν, βραχώδη και ερυμνήν, παρεμφερή προς την εν Πόντω ερημωθείσαν, θα μετωνομάσωμεν αυτήν εις «Nέαν Παναγίαν Σουμελά» και θα δώσωμεν αυτήν εις ψυχικήν ανακούφισιν και παρηγορίαν εις τας τριακοσίας πενήντα χιλιάδας των Ποντίων, δι' ους δεν είνε προσιταί αι Aθήναι! Kαι θα δίδεται ούτω και πάλιν η ευκαιρία εις τον γενναιόψυχον τούτον Λαόν να συγκροτή τας πανηγύρεις και να συνεχίζη τας τελετάς και να εμφανίζη τας αλησμονήτους εκείνας κοσμοσυρροάς κατά τας επετείους της Παρθένου εορτάς, ασπαζόμενος την εικόνα των 17 Ποντιακών αιώνων, αισθανόμενος τα παλαιά της συγκινήσεως ρίγη, αναβαπτιζόμενος εις την προς την πατρίδα πίστιν και τραγουδών εν συνοδεία της Ποντιακής λύρας το αλησμόνητο τραγούδι:

 

Eμέν Kρωμναίτε λένε με

Kανέναν κι φογούμαι.

Ση Σουμελάς την Παναγιάν

θα πάγω στεφανούμαι!»

Πράγματι, το 1951 ο Kρωμναίος οραματιστής και κτήτωρ Φίλων Kτενίδης έκανε πράξη την επιθυμία όλων των Ποντίων, με τη θεμελίωση της Νέας Παναγίας Σουμελά στις πλαγιές του Βερμίου στην Καστανιά της Βέροιας. Η Μονή αποτελεί το πνευματικό κέντρο του Ποντιακού και όχι μόνο Ελληνισμού. Όλο το χρόνο, αλλά κυρίως το Δεκαπενταύγουστο συρρέουν εδώ πολλοί πιστοί για να προσκυνήσουν τη Χάρη Της.

Τον Ιούνιο του 2010 το Τουρκικό Κράτος έδωσε άδεια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο για να τελεστεί στην ιστορική Μονή η λειτουργία για την γιορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στις 15 Αυγούστου 2010, με την Τουρκία να προσδοκά τόσο στην έξωθεν καλή μαρτυρία για σεβασμό των θρησκευτικών ελευθεριών όσο και σε οικονομικά οφέλη από την αύξηση των τουριστών στην περιοχή τις ημέρες αυτές. Αυτή ήταν η πρώτη φορά ύστερα από 87 έτη που το ιστορικό Μοναστήρι του Πόντου λειτούργησε ξανά ως εκκλησία, καθώς τα τελευταία χρόνια είχε μετατραπεί σε μουσείο.

 

Πηγή υλικού

Δικτυακός χώρος: http://el.wikipedia.org/

 

 

Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου,

Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων

 




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 20/04/2024 5:18:47 πμ