07/05/2013 Η Ιερά Μονή των νεοφανών Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης - Μυτιλήνη

Πάνω από τη Λουτρόπολη της Θερμής, στη Μυτιλήνη, βρίσκεται ο Λόφος των Καρυών, που ονομαζόταν «Παναγία της Καρυάς», ενώ υπήρχαν διάσπαρτες πελεκητές πέτρες και ευωδίαζε ο χώρος αυτός. Οι κάτοικοι άναβαν ένα καντήλι σε έναν πρίνο και έκαναν μια φορά το χρόνο Λειτουργία τη Λαμπροτρίτη, από πατροπαράδοτο έθιμο, χωρίς να γνωρίζουν το γιατί.
 
Επίσης ο Λόφος αυτός φέρει από παράδοση και την ονομασία «Καλόγερος». Την ονομασία αυτή την πήρε από μια υπερφυσική οπτασία. Αμέτρητα αξιόπιστα άτομα, κατά καιρούς, έβλεπαν έναν καλόγερο να περιφέρεται στον τόπο αυτό, πολλές φορές με ένα θυμιατήρι στο χέρι του. Και να χάνεται μέσα σε μια λάμψη.

Και δεν ήταν μόνο χριστιανοί που είχαν δει τον καλόγερο αυτόν, αλλά και Τούρκοι ακόμα. Το 1917 Τούρκοι άρχοντες που είχαν ελαιοκτήματα στο Λόφο των Καρυών, είχαν αναθέσει στον αστυνόμο της Θερμής Ευστράτιο Σιταρά να διαλευκάνει με αστυνομική έρευνα το μυστήριο αυτό. Μετά από λίγο διάστημα οι ίδιοι διέκοψαν την έρευνα, διότι ο Αρήφ- Εφέντης δήλωσε ότι ήταν περιττό να συνεχιστεί η έρευνα, γιατί «ιδίοις όμμασι» διαπίστωσαν ότι πρόκειται για οπτασία υπερφυσική.

Στον ιερό αυτό τόπο των Καρυών βρισκόταν και το ελαιόκτημα του Τούρκου άρχοντα Χασάν-Βέη, μέσα στο οποίο υπήρχε ένα ερημοκκλήσι στο όνομα της Παναγίας. Διέθετε μόνο ένα γέρικο πρίνο και ένα σπασμένο μάρμαρο που το χρησιμοποιούσαν ως Αγία Τράπεζα. Οι κάτοικοι της Θερμής από παράδοση συνήθιζαν να ανεβαίνουν κάθε Λαμπροτρίτη και να κάνουν αυτή την πανηγυρική λειτουργία, χωρίς να τους εμποδίζει διόλου ο Τούρκος ιδιοκτήτης του κτήματος. Δεν έπαψαν δε να βλέπουν υπερφυσικά φαινόμενα οι Θερμιώτες και ιδίως ποιμένες που έβοσκαν εκεί κοντά τα κοπάδια τους. Έβλεπαν να καταυγάζεται το εκκλησάκι από ουράνιο φως πολλές φορές και άκουγαν μέσα από αυτό υπερκόσμιες καμπάνες και ψαλμωδίες.

Υπάρχουν πολλές συγκινητικές αφηγήσεις αξιόπιστων ανθρώπων σχετικά με τον ιερό τόπο των Καρυών. Επίσης υπήρχε η παράδοση ότι στον τόπο αυτό ζούσαν κάποτε καλόγεροι, που τους σκότωσαν οι Τούρκοι, αλλά δεν είναι γνωστό ποια εποχή. Κατ' άλλους υπήρχε γυναικείο Μοναστήρι πολλά χρόνια πριν από τους καλόγερους που καταστράφηκε από αλλόφυλους. Τόσο λοιπόν η παράδοση, όσο και οι αφηγήσεις εκείνων που είχαν γίνει αυτόπτες μάρτυρες των υπερφυσικών φαινομένων στο Λόφο των Καρυών, έπεισαν τους κατοίκους της Θερμής να αισθάνονται πως ο τόπος αυτός έχει θεϊκή χάρη, είναι ιερός. Μετά τη μικρασιατική καταστροφή, το τούρκικο ελαιόκτημα περιήλθε στην προσφυγική οικογένεια Μαραγκού και για να εκτελέσουν ένα τάξιμο της μητέρας τους Αγγελικής, ζήτησαν την άδεια από το Μητροπολίτη κ. Ιάκωβο για να κτίσουν ένα Εκκλησάκι.

Κατά την εκσκαφή των θεμελίων, στις 3 Ιουλίου 1959, οι εργάτες με επικεφαλής το Δούκα Τσολάκη, βρήκαν μια πέτρα, η οποία, όταν πήγαν να τη βγάλουν, είδαν ότι προχωρούσε καθέτως σε μεγάλο βάθος, σαν να είχε τοποθετηθεί σκόπιμα και τέλος σταματούσε επάνω σε μια πλάκα. Κάτω βρήκαν έναν τάφο, μέσα στον οποίο υπήρχε ανθρώπινος σκελετός που ευωδίαζε, ενώ η κεφαλή ακουμπούσε σε στρογγυλή πέτρα σαν προσκέφαλο. Απείχε όμως έως τριάντα εκατοστά από το σώμα και έλειπε η κάτω σιαγόνα. Στο στόμα υπήρχε κεραμίδι βυζαντινής εποχής, όπου ήταν χαραγμένος ένας Σταυρός. Τα χέρια ήταν σταυρωμένα στο στήθος. Αμέσως ειδοποιήθηκαν ο εφημέριος του χωριού π. Ευθύμιος Τσόλος, η Ιερά Μητρόπολη και ο αρχαιολόγος κ. Χαριτωνίδης, γιατί εκτός από τον τάφο, βρέθηκαν και μερικά εκκλησιαστικά μάρμαρα βυζαντινής εποχής. Ο αρχαιολόγος διαπίστωσε ότι ο χώρος αυτός ήταν αρχαιολογικός και απαγόρευσε να σκάψουν ξανά σε ακτίνα εκατό μέτρων, ούτε ακόμα και τις ρίζες των ελαιοδέντρων.

Από την ημέρα της εύρεσης του τάφου του αγνώστου νεκρού, άρχισαν εδώ να συμβαίνουν καταπληκτικά υπερφυσικά φαινόμενα που άφησαν έκπληκτους τους εργάτες. Ο Δούκας Τσολάκης μάζεψε τα οστά και τα τοποθέτησε πρόχειρα μέσα σε ένα σακί. Στην προσπάθειά του όμως να μετακινήσει το σακί με τα οστά, στάθηκε αδύνατο λόγω υπερβολικού βάρους. Ανεξήγητοι κρότοι ακούγονταν μέσα από τα οστά, που ευωδίαζαν θυμίαμα. Δύο δε από τους εργάτες, ο Λεωνίδας Σιδεράς που κλώτσησε το σακί ένιωσε να μουδιάζει όλο του το πόδι και ο Δούκας Τσολάκης που χωρίς ευλάβεια πήγε να το σηκώσει έμεινε ακίνητο το χέρι του μην μπορώντας να κινήσει το σακί που ήταν ασήκωτο, ως τη στιγμή που σκέφθηκε έντρομος να κάνει το σημείο του Σταυρού. Είχαν προσκαλέσει τον Ιερέα για ένα Τρισάγιο κι εκείνος απάντησε: «Τι να μνημονεύσω, αφού δεν ξέρω ποιος είναι και ποιο είναι το όνομά του;» Τη νύχτα παρουσιάστηκε ο Άγιος στον Ιερέα και σε διάφορα άλλα πρόσωπα και είπε πως ονομάζεται Ραφαήλ και κατάγεται από τη νήσο Ιθάκη. Παρουσιαζόταν σε μικρούς και μεγάλους άνδρες, γυναίκες, παιδιά, ευσεβείς και ασεβείς ακόμα, πότε σαν Ιερωμένος, πότε με άμφια ανωτέρου Κληρικού και πότε σαν απλός Μοναχός. Πολλές φορές την ίδια νύχτα πολλά άτομα, χωρίς να έχουν σχέση μεταξύ τους, έβλεπαν το ίδιο όνειρο. Τους έλεγε: «Είμαι ο Οσιομάρτυς Ραφαήλ, τα οστά που βρέθηκαν στις Καρυές είναι δικά μου. Μαρτύρησα από τους Τούρκους στις 9 Απριλίου 1463. Είμαι ο καλόγερος που έβλεπαν τόσα χρόνια». Και τα οράματα συνεχίζονταν...

Έπειτα από το θαύμα που είδε ο Τσολάκης με το σακί που είχε κολλήσει στη γη και που τον ανάγκασε να κάνει το Σταυρό του, πάλι επέμενε στην ολιγοπιστία του. Και τούτο έγινε από Θεία οικονομία για να πρωτοφανερωθούν τα θαύματα σε έναν ολιγόπιστο, ο οποίος ήταν πολύ δυνατά προσκολλημένος στην ολιγοπιστία του, ώστε να βεβαιωθεί τρανότερα η αλήθεια των θαυμάτων και η δύναμη του Θεού.

Όταν τελείωσε η Θεία Λειτουργία και άρχισαν να χορεύουν και να πανηγυρίζουν όπως κάθε Λαμπροτρίτη, σηκώθηκε και ο Τσολάκης να χορέψει με ένα φίλο του. Εκεί λοιπόν που χόρευε κουφάθηκε, δεν άκουγε τη μουσική, έπαψε να χορεύει και άρχισε να τρέχει προς το κάτω μέρος του λόφου. Του φάνηκε ότι κάποιος τον κυνηγούσε. Εκεί που έτρεχε, ένιωσε ότι τον έσπρωξε κάποιος και είπε θυμωμένος: «Ποιος με έσπρωξε;» Γυρίζοντας να δει ποιος ήταν, βλέπει έναν Ιερέα ψηλό και του λέει θυμωμένα: «Άπιστε, δυο μήνες δουλεύεις εδώ και συνεχώς κοροϊδεύεις και σήμερα ακόμα από το πρωί τα οστά μου κοροϊδεύεις.» Ο Τσολάκης έπεσε κάτω σαν παράλυτος και ένιωσε φοβερούς πόνους στα χέρια του, σαν να τον κεντούσαν με μια μικρή λόγχη. Έκλαιγε σαν παιδί και παρακαλούσε το Θεό να τον συγχωρέσει για την απιστία του. Έλεγε: «Αν υπάρχεις Παναγία μου, έλα να με σώσεις. Αν δεν λυπάσαι εμένα τον αμαρτωλό, λυπήσου τα παιδιά μου». Εκεί που έκλαιγε, παρουσιάστηκαν μπροστά του δύο σκιές, μια ηλικιωμένη και μαυροφορεμένη και μια νέα με γαλάζιο φόρεμα. Και η ηλικιωμένη είπε στον Καλόγερο: «Φθάνει πια». Έπειτα κατάλαβε ο Τσολάκης ότι μαζεύτηκε πολύς κόσμος από πάνω του. Τα μάτια του δεν μπορούσε να τα ανοίξει. Έλεγε ότι τον επέπλητταν οι δύο Αγίες για την απιστία του και ότι αισθανόταν ασήκωτος, βαρύς σαν μολύβι. Ωστόσο τον έβαλαν επάνω σε μια σκάλα για να τον μεταφέρουν στην Εκκλησία, αλλά αληθινά ήταν ασήκωτος, γιατί ένδεκα άντρες με δυσκολία μπόρεσαν να τον σηκώσουν. Έλεγε δε ότι οι δύο Αγίες ήταν η Παναγία και η Αγία Παρασκευή και ότι του έλεγαν ότι θα μείνει τρεις μέρες παράλυτος για σωφρονισμό και μετάνοια και ότι πρέπει να φορέσει μαύρο πουκάμισο, να νηστεύσει και να κοινωνήσει, να ανεβαίνει δε σαράντα μέρες στην Εκκλησία να ανάβει τα καντήλια. Αυτά τα εξομολογήθηκε στον Ιερέα κλαίγοντας. Κατόπιν τον μετέφεραν στο σπίτι του. Μετά από τρεις ημέρες ανακουφίστηκε λίγο και μετά δεκαπέντε μέρες έγινε εντελώς καλά. Νήστεψε και μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων έπειτα από είκοσι επτά χρόνια που ήταν ακοινώνητος.

Κατάπληξη πραγματική προκάλεσε σε όλο το χωριό το πάθημα του Τσολάκη. Δεν μπορούσαν να το εξηγήσουν οι άπιστοι και κατέφευγαν στις ειρωνείες. Εκείνος όμως ατάραχος τους απαντούσε: «Ήμουν πιο άπιστος από εσάς, το ξέρετε καλά. Εκείνο όμως που δεν πίστευα το είδα με τα μάτια μου. Πάει, τέλειωσε, υπάρχει Θεός και Άγιοι».

Η ιστορία του Αγίου Ραφαήλ, σύμφωνα με τις αποκαλύψεις είναι η εξής: Το κατά κόσμο όνομά Του ήταν Γεώργιος Λασκαρίδης, ο πατέρας Του ονομαζόταν Διονύσιος και η μητέρα Του Μαρία, ήταν δε πολύ ευσεβείς άνθρωποι και έδωσαν στο Γεώργιο χριστιανική ανατροφή και μεγάλη μόρφωση. Σε πολύ νεαρή ηλικία υπηρέτησε ως αξιωματικός για λίγο διάστημα, κατόπιν εκάρη Μοναχός και έγινε Κληρικός παίρνοντας το όνομα Ραφαήλ. Υπηρέτησε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας στον Ναό του Αγίου Δημητρίου του Λουμπαρδιάρη στην Ακρόπολη των Αθηνών και έπειτα έγινε Αρχιμανδρίτης και Αρχιερέας στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης.

Λόγω της τεράστιας μόρφωσης και δραστηριότητάς του το Πατριαρχείο, όπως ο ίδιος είπε στις αποκαλύψεις, τον έστειλε σε αποστολή στη Γαλλία και εκεί στην πόλη Morlee γνώρισε για πρώτη φορά το νεαρό σπουδαστή Νικόλαο, πλουσιόπαιδο, γιο συμβολαιογράφου, του οποίου η καταγωγή ήταν από τη Θεσσαλονίκη, που τον έστειλαν οι γονείς του να σπουδάσει σε γαλλικό πανεπιστήμιο. Η ιστορική έρευνα απέδειξε ότι τον 15ο αιώνα, λίγο πριν από την άλωση της Κωνσταντινούπολης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έστελνε μορφωμένους και ζηλωτές Ιερωμένους στη Γαλλία σε θεολογικές συσκέψεις. Το Morlee είναι ιστορική πόλη της Γαλλίας με θρησκευτική μάλιστα ιστορία, όπως φαίνεται και από τους παλαιούς Ναούς που έχουν κτιστεί κατά τον 5ο και 6ο αιώνα.

Εκεί λοιπόν στο Morlee έγινε η πρώτη γνωριμία του Αρχιμανδρίτη Ραφαήλ με τον Νικόλαο. Συγκινημένος από τη χριστιανική διδασκαλία ο νεαρός σπουδαστής Νικόλαος εγκατέλειψε την κοσμική ζωή και τον ακολούθησε. Γύρισε μαζί του στην Ελλάδα, ασπάστηκε το Μοναχικό Σχήμα και χειροτονήθηκε σε λίγο Διάκονος. Έγινε δε πιστός συνεργάτης και αφοσιωμένος σε εκείνον και από τότε δε χωρίστηκαν ποτέ.

Όταν έγινε η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Τούρκους το 1453, συνέπεσε να βρίσκονται στη Θράκη. Το έτος 1454 αναχώρησαν από το λιμάνι της Αλεξανδρούπολης μαζί με άλλους πρόσφυγες και ήρθαν στη Λέσβο, που την εποχή εκείνη ήταν ελεύθερη. Βγήκαν με ένα πλοιάριο στο λιμανάκι της Θερμής. Ζήτησαν αμέσως πληροφορίες πού υπάρχει ένα ησυχαστήριο για να μονάσουν και τότε τους υπέδειξαν την Ιερή Μονή των Γενεθλίων της Θεοτόκου, η οποία προϋπήρξε γυναικεία Μονή και καταστράφηκε από τους πειρατές κατά το έτος 1235. Βρισκόταν στο Λόφο των Καρυών πάνω από τη Λουτρόπολη Θερμής, που απέχει από τη Μυτιλήνη δεκατέσσερα χιλιόμετρα. Εκεί μόναζε ένας μόνο καλόγερος ονομαζόμενος Ρουβήμ και σχηματίστηκε μια μικρή αδελφότητα υπό την ηγουμενία του ιερού Ραφαήλ, που πέρασε με ειρήνη και ομόνοια εννέα χρόνια. Εν τω μεταξύ είχε πεθάνει ο Μοναχός Ρουβήμ και στη θέση του είχε πάει ένας άλλος καλόγερος ο Σταύρος. Ο Ηγούμενος Ραφαήλ είχε αδελφικές σχέσεις, όπως αποκάλυψε, με τον προεστό και το δάσκαλο της Θερμής.

Το Μοναστήρι αυτό είχε κτίσει μια ευσεβής γυναίκα, ονομαζόμενη Μελπομένη το 1433, πάνω από τα ερείπια της παλαιάς γυναικείας Μονής, που καταστράφηκε από τους πειρατές στις 11 Μαΐου 1235 και είχαν υποστεί μαρτυρικό θάνατο οι τριάντα Μοναχές με την Ηγουμένη τους Ολυμπία, που Την βασάνισαν και Τη θανάτωσαν, καρφώνοντας μεγάλα καρφιά στο κρανίο Της και στο σώμα Της.

Η Μελπομένη, εκτελώντας ιερό τάξιμο προς τη Θεοτόκο που θεράπευσε θαυματουργικά το παιδί της Ακίνδυνο, είχε αφιερώσει μέρος της περιουσίας της στο Μοναστήρι αυτό για να συντηρείται και τον Ακίνδυνο έταξε να το υπηρετεί.

Εδώ λοιπόν έζησαν ειρηνικά εννέα χρόνια ο Άγιος Ραφαήλ με τον Άγιο Νικόλαο, γιατί η Μυτιλήνη ήταν ελεύθερη, χάρη στους ηγεμόνες της Γατελούζας (Γενουάτες), που πλήρωναν κάθε χρόνο στο Μωάμεθ τον Πορθητή, το φόρο της υποταγής. Αλλά το 1462 ο Μωάμεθ την κατέλαβε κατόπιν πολιορκίας που διήρκεσε δεκαεπτά ημέρες (17 Σεπτεμβρίου 1462) παρ' όλη τη μεγάλη αντίσταση των κατοίκων της.
Οι Τούρκοι δεν πείραξαν κατευθείαν το Μοναστήρι. Μετά όμως από έξι περίπου μήνες, τον Απρίλιο του 1463, τη Μεγάλη Εβδομάδα, συνέπεσε να γίνει ένα κίνημα στη Θερμή, που έφερε κάποια αναταραχή και οι χριστιανοί ανέβηκαν να κρυφτούν τις Καρυές, γιατί φοβήθηκαν την οργή των Τούρκων. Ανέβηκαν δε στο Μοναστήρι και ο δάσκαλος Θεόδωρος με τον προεστό Βασίλειο και την οικογένειά του.

Ο Άγιος Ραφαήλ Λειτούργησε για τελευταία φορά τη Μεγάλη Πέμπτη. Τη Μεγάλη Παρασκευή ανέβηκαν στο Μοναστήρι Τούρκοι, συνέλαβα τον Ηγούμενο Ραφαήλ, το Διάκονο Νικόλαο, την οικογένεια του προεστού και το δάσκαλο. Οι άλλοι πρόλαβαν και κρύφτηκαν στο βουνό. Άρχισαν λοιπόν να τους βασανίζουν ποικιλότροπα, για να ομολογήσουν πού κρύβονταν οι άλλοι χριστιανοί. Τη δωδεκάχρονη κόρη του προεστού Ειρήνη, αφού απέκοψαν το χεράκι της μπροστά στους γονείς της, που τους είχαν δεμένους σε μια καρυδιά, έπειτα την έβαλαν μέσα δε ένα πιθάρι και την έκαψαν. Τον προεστό Βασίλειο τον πατέρα της και το δάσκαλο Θεόδωρο τους κατακρεούργησαν απάνθρωπα.

Η μητέρα της Αγίας Ειρήνης κρατούσε στην αγκαλιά της το βρέφος της. Το άρπαξαν οι Τούρκοι, το πέταξαν κάτω και το τσαλαπατούσαν. Έτρεξε η μητέρα να το πάρει και την έδεσαν σε μια καρυδιά. Βλέποντας το φρικτό μαρτύριο της Αγίας Ειρήνης δεν άντεξε και έπαθε συγκοπή. Την δε ανιψιά του προεστού την Ελένη δεκαπέντε ετών την κακοποίησαν και της έδωσαν φοβερό ξύλο που πέθανε από τους πόνους.

Τον Άγιο Ραφαήλ Τον χτυπούσαν με τα ρόπαλα και Τον έριξαν κάτω παράλυτο. Του έκαναν πολλά μαρτύρια, Τον έσερναν καταγής στις πέτρες με βία από τα μαλλιά και τη γενειάδα. Τον έδειραν με αγριότητα, Τον κεντούσαν με τις λόγχες και μετά Τον κρέμασαν ανάποδα σε μια καρυδιά και Τον πριόνισαν από το στόμα και απέκοψαν τη σιαγόνα Του την Τρίτη ημέρα της Διακαινησίμου.

Ο τόπος του μαρτυρίου Του ήταν λίγο πιο κάτω το μέρος του Αγιάσματος. Στη θέση αυτή υπήρχε ένα μεγάλο δέντρο και κάτω από αυτό γινόταν κάθε χρόνο η Ανάσταση.

Τον Άγιο Νικόλαο Τον είχαν δέσει σε μια καρυδιά και βλέποντας να πριονίζουν τον αγαπημένο του Ηγούμενο, με τις πρώτες λόγχες που Τον κεντούσαν έπαθε συγκοπή. Ήταν 9 Απριλίου 1463. Κατόπιν έβαλαν φωτιά στο Μοναστήρι και έφυγαν.

Την επόμενη νύχτα μερικές ευσεβείς χριστιανές μαζί με τον επιστάτη Ακίνδυνο και τον τρίτο Μοναχό που διασώθηκε, με ένα Γέροντα Ιερέα από το χωριό, έθαψαν κρυφά τους Μάρτυρες. Τον μεν Ηγούμενο μέσα στα ερείπια της καμένης Εκκλησίας, τους δε άλλους δε στο προαύλιο.

Τα Ιερά Λείψανα βρέθηκαν με θαυμαστό τρόπο και άπειρα γεγονότα επακολούθησαν σε αυτόν τον τόπο. Η άγνωστη μέχρι τότε ιστορία της Ιερής Μονής που αποκάλυψε ο ίδιος ο Άγιος, άφησε έκπληκτους όλους, καθώς η σκαπάνη επαλήθευσε από τα έγκατα της γης τους πολύτιμους θησαυρούς των ουρανίων δωρεών. Πώς να μην μείνουν έκθαμβοι, αφού έβαλαν το χέρι τους στον τύπο των ήλων; Καθετί που υπεδείκνυε ο Άγιος, η σκαπάνη το έφερνε στο φως. Πώς να μην πιστέψουν, όταν έλεγε ο Άγιος, ότι σε αυτό το σημείο είναι ο Τάφος του Αγίου Νικολάου και θα βρεθεί ημέρα Δευτέρα που θα βρέχει. Και, παρ' όλο που ήταν καλοκαιρινή ημέρα, 13 Ιουνίου 1960, ξαφνικά συννέφιασε και άρχισε να βρέχει.

Στην προσπάθεια να βρουν τον Τάφο του Αγίου Νικολάου, είχε σφηνωθεί ο κασμάς του Νίκου Ποδάρα ανάμεσα σε δύο πλάκες και δεν έβγαινε. Υπήρχαν και άλλες μικρές πλάκες και βγάζοντας αυτές ξαφνικά, φάνηκε το μνημείο ολόκληρο, άθικτο, σκεπασμένο με μικρές μαύρες πλάκες χτισμένες μεταξύ τους. Όταν οι εργάτες έβγαλαν μια πλάκα, φάνηκε ο σκελετός. Έσπασαν μάλιστα από απροσεξία το αριστερό πόδι. Τότε αναφώνησαν όλοι: «Ω Άγιέ μου Νικόλαε!». Ο Άγιος σαν να χαμογελούσε.

Την ίδια ημέρα κοντά στον τάφο του Αγίου Νικολάου βρέθηκε το μολυβδόβουλο, όπως υπέδειξε ο Άγιος, που είναι του ΙΔ΄ αιώνα και απεικονίζει από τη μια πλευρά την Παναγία, από την άλλη τον Ταξιάρχη Αρχάγγελο Μιχαήλ, και καθώς είπε ο αρχαιολόγος που το πήρε στο Μουσείο, ήταν προνομιούχος Πατριαρχική σφραγίδα του Βυζαντίου. Επίσης βρέθηκαν τα ερείπια της αρχαίας Εκκλησίας.

Ο Άγιος Ραφαήλ υπέδειξε ακριβώς τα σημεία που βρίσκονταν οι τάφοι των άλλων Μαρτύρων. Το πιθάρι, μέσα στο οποίο μαρτύρησε η μικρή Ειρήνη, βρέθηκε στις 3 Μαρτίου 1960. Ο τάφος του δασκάλου Θεοδώρου στις 12 Ιανουαρίου 1961. Οι δύο τάφοι του προεστού Βασιλείου και της θυγατέρας του της μικρής Ειρήνης, καθώς και απανθρακωμένα Λείψανα της Αγίας, στις 12 Μαΐου 1961, ενώ μια εβδομάδα πριν, είχε βρεθεί η αρχαία Εκκλησία με αγιογραφίες στους γκρεμισμένους τοίχους και κόκκινο πλακόστρωτο δάπεδο. Στις 13 Ιουνίου 1961 βρέθηκε η στοά του Αγιάσματος.

Ο Άγιος Ραφαήλ υπέδειξε τον τόπο του Αγιάσματος λέγοντας να βγάλουν οι εργάτες ένα θεόρατο γέρικο ελαιόδεντρο. Και πράγματι, κάτω από τη ρίζα του δέντρου, σε βάθος επτά μέτρων, βρέθηκε το στόμιο της στοάς του Αγιάσματος. Οι εργάτες που έσκαβαν άρχισαν να βγάζουν πέτρες και τούβλα της βυζαντινής εποχής, καθώς και διάφορα πήλινα αγγεία σπασμένα. Επίσης βρήκαν και ένα κωνσταντινάτο, που είχε επάνω τέσσερα βήτα, τα οποία διαβάζονται ως εξής: «Βασιλεύ Βασιλέων Βοήθει Βασιλεύουσαν».

Βρέθηκαν επίσης πολλές πέτρες καμένες και μαυρισμένες, καθώς και σανίδια καρβουνιασμένα, κάτι που αποδεικνύει ότι το Μοναστήρι το έκαψαν.

Όσο περισσότερο έσκαβαν, τόσο καθαρότερα φαινόταν ότι ήταν πηγάδι κτισμένο, με είδος σκαλοπάτια από κάποιες πέτρες που εξείχαν από τα τοιχώματά του. Τέλος, σε βάθος έξι μέτρων από το δάπεδο της αρχαίας Εκκλησίας, φανερώθηκε μια πλάκα και γύρω της τρία ανοίγματα σαν πόρτες, αλλά φραγμένες από τα χώματα. Όταν έβγαλαν την πλάκα παρουσιάστηκε νερό.

Κάποια μέρα ανεβαίνοντας οι εργάτες στις Καρυές, βρήκαν το πηγάδι του Αγιάσματος ξεχειλισμένο από το πολύ νερό. Τότε έβαλαν στη σειρά τις γυναίκες και τα παιδιά και άρχισαν να αδειάζουν το νερό.

Όταν έβγαλαν έως τριακόσιους πενήντα τενεκέδες και έμεινε νερό ως το γόνατο, σταμάτησαν για να ξεκουραστούν. Αλλά ξαφνικά το νερό άρχισε να φουσκώνει σαν να έβραζε και από το βάθος του πηγαδιού έβγαινε μια γλυκιά μακρινή μουσική. Όλοι οι παρόντες γονάτισαν και έκλαιγαν. Όταν ησύχασε το νερό, άρχισαν πάλι να το αδειάζουν. Ξαφνικά παρουσιάστηκε μια οπή και όταν την άνοιξαν οι εργάτες πρόβαλε υπογείως μια στοά πελεκημένη στο βράχο και ήταν αρκετά μεγάλη που μπορούσε να περπατήσει ένας άνθρωπος όρθιος. Η στοά αυτή κάνει μια στροφή προς τα δεξιά και τελειώνει κάτω από το Άγιο Βήμα της αρχαίας Εκκλησίας. Στο πηγάδι βρέθηκαν και άλλες δύο στοές, οι οποίες όμως προχωρούσαν λίγο και σταματούσαν. Ως το απόγευμα το νερό συνέχεια φούσκωνε.

Η Εικόνα του Παντοκράτορα σε σχήμα εγκολπίου βρέθηκε την 1η Αυγούστου 1961. Μαζί με την Εικόνα βρέθηκαν λίγα φύλλα μεμβράνης με κοσμήματα από χειρόγραφο Ευαγγέλιο, καθώς και μερικά τεμάχια ξύλου που ασφαλώς θα ήταν από την παλαιά Εικόνα. Τα φύλλα της μεμβράνης μόλις ήρθαν στον αέρα διαλύθηκαν.

Η Εικόνα που βρέθηκε είναι ένα ανάγλυφο στρογγυλό και παριστάνει το Χριστό. Φαίνεται πως ήταν εγκόλπιο, γιατί στο επάνω μέρος είχε μια οπή. Ήταν χρυσωμένο επειδή σε μερικά βαθουλά μέρη σώζεται το χρύσωμα. Παριστάνει το Χριστό Παντοκράτορα όπως ζωγραφίζεται ο Κύριος στον τρούλο των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Είναι περιβεβλημένος με ευρύπτυχο ιμάτιο. Με το δεξί Του χέρι ευλογεί τον κόσμο και με το αριστερό σφίγγει στο στήθος Του το Ιερό Ευαγγέλιο. Το εγκόλπιο αυτό είναι έργο του ΙΔ΄ αιώνα, άριστης βυζαντινής τέχνης.

Οι κάτοικοι της Θερμής αναστατώθηκαν και ανέβαιναν με περιέργεια να δουν το Φως του κόσμου, όπως είπε ο Άγιος πως θα βρεθεί.

Κάθε τόσο και νέα πρόσωπα έβλεπαν τα θαυμαστά αυτά σημεία που επαλήθευε η σκαπάνη. Κατά την ανασκαφή βρέθηκαν πολλά αρχαία χωμάτινα αντικείμενα: κούπες, λαδικά, θυμιατήρια, πήλινα δοχεία και λεκάνη πήλινη σπασμένη με χαραγμένους Σταυρούς. Επίσης βρέθηκαν μικρά κομμάτια από τοιχογραφίες της εποχής που έζησαν οι Άγιοι, καθώς και μερικά αρχαία νομίσματα βυζαντινής εποχής. Και σε ένα από αυτά απεικονίζεται ο Αρχάγγελος Μιχαήλ.

Ο Άγιος Ραφαήλ αποκάλυψε το σημείο που θα βρισκόταν η σιαγόνα Του, που έλειπε από τον Τάφο Του, λέγοντας ότι Τον έθαψαν με φόβο και με τρόμο τη νύχτα οι Χριστιανοί και δεν πρόσεξαν την κομμένη Του σιαγόνα που ήταν πεταμένη κάτω από το δέντρο που Τον πριόνισαν, για να τη θάψουν μαζί με το σώμα Του. Και πράγματι βρέθηκε ακριβώς στο σημείο που υπέδειξε.

Τέλος Αυγούστου 1962 βρέθηκε ο τάφος της Ηγουμένης Ολυμπίας, που μαρτύρησε στις 11 Μαΐου 1235 όταν κατέστρεψαν οι πειρατές την παλαιά Μονή της Παναγίας και σκότωσαν τις Μοναχές. Την Αγία Ολυμπία, αφού Την βασάνισαν, Την ξάπλωσαν σε μια πόρτα και Την κάρφωσαν επάνω με τα καρφιά. Βρέθηκαν στην κεφαλή Της τρία μεγάλα καρφιά, τα δύο στο μέρος των αυτιών και το άλλο στο μέρος της σιαγόνας. Ανάμεσα δε στο σκελετό του σώματος, βρέθηκαν και άλλα καρφιά, σύνολο 24, τα οποία σώζονται και φυλάσσονται στη λάρνακα μαζί με τα οστά Της. Στην εύρεση του τάφου βρέθηκαν τα καρφιά ανακατεμένα με τα οστά Της.

Κατά την εκσκαφή των θεμελίων του σημερινού Ναού του Αγίου Ραφαήλ, σε αρκετό βάθος κάτω από τα ερείπια της αρχαίας Εκκλησίας, βρέθηκαν θεμέλια τεραστίου τοίχου και, καθώς είπε ο αρχαιολόγος, ανήκει στην προηγούμενη μεγάλη Εκκλησία που καταστράφηκε το 1235.

Έτσι λοιπόν η σκαπάνη επαλήθευε τα πάντα. Ο Άγιος αποκάλυψε ότι τους θανάτωσαν οι Τούρκοι τη νύκτα της 9ης Απριλίου 1463, ξημέρωμα προς την Τρίτη, που συνέπεσε να είναι τότε η Τρίτη της Διακαινησίμου. Οι κάτοικοι της Θερμής διατήρησαν δια μέσου των αιώνων σαν μια επέτειο θρησκευτική για τον τόπο, χωρίς να γνωρίζουν τη σημασία της.

Ανέβαιναν την Τρίτη της Διακαινησίμου για να Λειτουργήσουν κάτω από ένα μεγάλο πρίνο, στα ερείπια που υπήρχε παλαιότερα το εκκλησάκι των Γενεθλίων της Θεοτόκου, ακολουθούσαν την παλαιά παράδοση. Η έρευνα που έγινε για την ανεύρεση του πασχαλίου του έτους εκείνου 1463 απέδειξε, προς κατάπληξη όλων, ότι πράγματι κατά το έτος 1463 το Άγιο Πάσχα συνέπεσε την 8η Απριλίου και επομένως τη νύκτα της 9ης Απριλίου έλαβε χώρα η σφαγή των Μαρτύρων. Η μνήμη των Αγίων εορτάζεται κατά την Τρίτη της Διακαινησίμου κάθε χρόνο, γιατί την 9η Απριλίου, ημέρα του μαρτυρίου Τους τυχαίνει συνήθως μέσα στη Μ. Τεσσαρακοστή, στη Μ. Εβδομάδα.

Αφού διαπίστωσε ο Σεβασμιώτατος ότι αυτά τα συγκλονιστικά γεγονότα και οι αποκαλύψεις επαλήθευσαν, κατά θεία οικονομία θέλησε να γίνει γυναικεία Μονή κι έτσι ανασυγκροτήθηκε και αναγνωρίστηκε η αναβίωση από τα ελεύθερο κράτος 500 χρόνια ύστερα από το δράμα των Καρυών (1463-1962). Στις 12 Σεπτεμβρίου 1962 με απόφαση του Υπουργείου Παιδεία και Θρησκευμάτων υπ' αριθ. 346 της 29ης Σεπτεμβρίου 1962 Φ.Ε.Κ. ιδρύθηκε στον τόπο του μαρτυρίου Ιερά Γυναικεία Κοινοβιακή Μονή, κατόπιν επιθυμίας και προτάσεως του Μητροπολίτη Μυτιλήνης κ.κ. Ιακώβου Κλεομβρότου.

Η πρώτη περίοδος της Ιεράς Μονής των Καρυών ήταν το 1235 με Ηγουμένη την Αγία Ολυμπία.

Η δεύτερη περίοδος το 1463 με Ηγούμενο τον Άγιο Ραφαήλ.

Σήμερα είναι η τρίτη περίοδος που υφίσταται η Ιερά Μονή των Καρυών.

Για 500 περίπου χρόνια η γη είχε καλύψει τους Τάφους και τα Άγια Λείψανα. Κανένας δεν γνώριζε τη φρικτή και αιματηρή θυσία. Ένα μεγάλο ελαιόκτημα είχε σχηματιστεί στη θέση εκείνη που ήταν άλλοτε το Μοναστήρι, με ερείπια μικρού παρεκκλησίου, που το σκίαζε ένα πελώριο δέντρο. Ήταν το Εκκλησάκι, μέσα στο οποίο επί 500 χρόνια αναπαυόταν κάτω από τη γη το Ιερό σκήνωμα του Μάρτυρα Ηγουμένου Αγίου Ραφαήλ. Κανένας δεν γνώριζε γιατί Λειτουργούσαν εκεί οι Χριστιανοί την Τρίτη της Διακαινησίμου. Είχε σβήσει εντελώς στα βάθη των πέντε αιώνων η ιστορία της Μονής και η δραματική σφαγή των τελευταίων Μαρτύρων.

Είναι τολμηρό να γράψει κανείς για τα θαύματα και τις αποκαλύψεις των Καρυών. Όμως είναι αναρίθμητοι αυτοί που είδαν τους Αγίους. Έλαμψε σαν ήλιος στη ζωή μας ο Άγιος Ραφαήλ και με τη λάμψη Του κάνει τους ανθρώπους να αποκομίσουν βαθιά γνώση και να νιώθουν στον αιματοβαμμένο αυτόν τόπο διάχυτη την ατμόσφαιρα από θεϊκή χάρη, όταν καταφτάνουν από όλα τα σημεία της τραγικής γης μας, σκυθρωποί, θλιμμένοι, που η αγωνία είναι ζωγραφισμένη στα πρόσωπά του και συγκλονίζονται και κατηφορίζουν με μια υπερκόσμια χαρά και ιερή συγκίνηση, όταν η αγάπη των Νεοφανών Μαρτύρων μαγνητίζει τους πιστούς και είναι κοινή η σκέψη και κοινά τα συναισθήματα.

Δεν είναι ανάγκη να περιγράψει κανείς τη θαυματουργική Του δύναμη, είναι άπειρες οι φωνές εκείνων που έχουν ευεργετηθεί από το δυνατό, το στοργικό Του χέρι. Είναι αμέτρητοι που ομολογούν πως τη θλίψη τους τη μετέτρεψε σε χαρά. Αναρίθμητους έχει θεραπεύσει που αδυνατούσε η επιστήμη να τους βοηθήσει. Σε τόσους και τόσους η Παρουσία Του, γέννησε σκέψεις ιερές και θείους στοχασμούς.

Σήμερα Ηγουμένη της Ιεράς Μονής του Αγίου Ραφαήλ είναι η Ευγενία Κλειδαρά. Χαρισματική προσωπικότητα, με συγγραφική δεινότητα, μπόρεσε να καταστήσει τη Μονή παγκόσμιο προσκύνημα με τη χάρη των Αγίων.

 

Πηγή Υλικού
Κλειδαρά Ευγενίας, Ηγουμένης Ιεράς Μονής Αγίου Ραφαήλ, Ιστορικό Ιεράς Μονής Αγίου Ραφαήλ, Έκδοση επαυξημένη, Αθήνα 2007

 

Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου

Θεολόγος ΜΑ - Φιλόλογος PhD Φιλοσοφίας 




ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ
Powered by active³ CMS - 19/04/2024 6:45:49 πμ