Την Τρίτην, 11ην / 24ην Νοεμβρίου 2009, ο ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιος Γαλίτης εγένετο δεκτός υπό του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου του Γ'.
Ο κ. Γαλίτης ήτο προσκεκλημένος του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, ίνα ομιλήση εις τους Αγιοταφίτας Πατέρας επί των θεολογικών διαλόγων εν γένει, ιδία δε επί της συμμετοχής του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων εις τον θεολογικόν διάλογον της Ορθοδόξου μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλήσιας μετά την πρόσφατον εν Πάφω συνάντησιν. Εκπρόσωπος του Πατριαρχείου εις αυτήν ήτο ο καθηγητής κ. Γ. Γαλίτης, ο οποίος είχεν έλθει εις το Πατριαρχείον και προ της συναντήσεως αυτής, ίνα ενημερώση τον Μακαριώτατον επί της πορείας του διαλόγου τούτου και λάβη οδηγίας περί της ενδεικνυμένης στάσεως του Πατριαρχείου εις αυτόν.
Εις την εν τω Πατριαρχείω συνάντησιν του κ. Γαλίτη μετά του Μακαριωτάτου Πατριάρχου Θεοφίλου Γ', 11ην / 24ην -11-2009, ήσαν παρόντες περί τους τεσσαράκοντα Αγιοταφίται Πατέρες, Αρχιερείς, ιερείς και μοναχοί. Εις τούτους, παρουσία και του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Σωτηρίου Αθανασίου, ο καθηγητής κ. Γαλίτης έδωσε διάλεξιν με θέμα τους διμερείς θεολογικούς διαλόγους, ειδικώτερον δε αυτόν της Ορθοδόξου μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Τα κύρια σημεία της διαλέξεως του καθηγητού κ. Γαλίτη ήσαν τα κάτωθι:
Η Ορθόδοξος Εκκλησία παλαιότερον εχαρακτηρίζετο υπό του Harnack «ως μία αποβαλτωμένη και αποστεωμένη Εκκλησία φυλακτών, ουδεμίαν σχέσιν έχουσα με την Αποστολικήν Εκκλησίαν των πρώτων χριστιανών. Υπό του διακεκριμένου βυζαντινολόγου Steven Runciman εχαρακτηρίσθη ως η Εκκλησία του 21ου αιώνος, ήτοι ως η Εκκλησία του μέλλοντος. Η αλλαγή αύτη της γνώμης δια την Ορθόδοξον Εκκλησίαν συνέβη, διότι αύτη εγένετο γνωστή δια των Ρώσων Ορθοδόξων μεταναστών εις τας χώρας της Ευρώπης και των Η.Π.Α. μετά την ρωσικήν επανάστασιν του 1920 και υπό των Ελλήνων μεταναστών εις τας αυτάς χώρας μετά τον Β' Παγκόσμιον πόλεμον.
Μετά την Β' Βατικάνιον Σύνοδον, η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία εδέχθη να προσέλθη εις διάλογον με την Ορθόδοξον Εκκλησίαν «επί ίσοις όροις». Ανταποκρινομένη η Ορθόδοξος Εκκλησία, κατόπιν κοινής αποφάσεως εις την Πανορθόδοξον Διάσκεψιν της Ρόδου, το 1964, εδέχθη τον θεολογικόν διάλογον μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας.
Είναι αληθές ότι δεν υπάρχει η αναμενομένη πρόοδος εις τον διάλογον τούτον, ότι εδαπανήθη χρόνος δια την συζήτησιν επί των ενούντων ημάς και ότι τώρα μόνον γίνεται συζήτησις επί των διαιρούντων ημάς σημείων. Παρά ταύτα, αι Ορθόδοξοι Εκκλησίαι, γνωρίζουσαι ότι εν αυταίς υπάρχει το πλήρωμα της εν Χριστώ ευαγγελικής αληθείας, χωρούν εις τον διάλογον δι' ικανών θεολόγων, ίνα βοηθήσουν τας άλλας χριστιανικάς Εκκλησίας, να συμπέσουν μεθ' ημών εις την αυτήν πίστιν, την της Αποστολικής Εκκλησίας.
Τούτο πράττει η Ορθόδοξος Εκκλησία, εφαρμόζουσα εις την πράξιν την εν τη λειτουργία προσευχήν «υπέρ της των πάντων ενώσεως», συναισθανομένη εις βάθος τον πόνον της τραυματικής καταστάσεως του χωρισμού της Εκκλησίας, μετά το 1054, και την ευθύνην της θεραπείας αυτής δια του διαλόγου. Τας άλλας χριστιανικάς ομολογίας, η Ορθόδοξος Εκκλησία θεωρεί Εκκλησίας εχούσας ομού μετά των ορθών και πεπλανημένας διδασκαλίας, αι οποίαι συν τω χρόνω δια του διαλόγου επισημαίνονται και αντικρούονται.
Μέλη της Εκκλησίας δύνανται να έχουν διαφορετικήν γνώμην περί της μη συμμετοχής εις τον θεολογικόν διάλογον, δεν δύνανται όμως να επιβάλουν την άποψιν αυτήν εις όλην την Εκκλησίαν, μετέχουσαν κοινή αποφάσει εις τούτον.
Όσον αφορά εις τον διάλογον με την Ρωμαιοκαθολικήν Εκκλησίαν, επετεύχθη δια της επιμονής των Ορθοδόξων να δεχθούν οι Ρωμαιοκαθολικοί το πρωτείον του Πάπα όχι απολύτως, αλλά ως Πρώτου εν Συνόδω, συμφώνως προς τον 34ον αποστολικόν κανόνα καθώς και την πενταρχίαν των Πατριαρχείων, άτινα δεν εδέχοντο άχρι τούδε. Εν των προβλημάτων του διαλόγου τούτου είναι η θέσις της Ουνίας, το οποίον παραμένει ανοικτόν δια τους Ορθοδόξους.
Εις την πρόσφατον εν Πάφω συνάντησιν, συνεζητήθησαν ωρισμένα άρθρα του κειμένου εργασίας, το οποίον είχεν ετοιμασθή προ ενός έτους εν Κρήτη. Τα υπόλοιπα άρθρα θα συζητηθούν το επόμενον έτος εν Βιέννη. Το κείμενον βεβαίως δεν προσυπογράφει ένωσιν μετά της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας, ως υπό ωρισμένων μη καλώς πληροφορημένων Ορθοδόξων προσφάτως αναληθώς διαδίδεται.
Τούτο θα υποβληθή προς έγκρισιν εις τας Εκκλησίας και θα συνεκτιμηθή εν Συνόδοις μετά των άλλων στοιχείων- πορισμάτων του διαλόγου του παρελθόντος και του μέλλοντος δια την ένωσιν, η οποία δεν θα έλθη οσονούπω, όπως μερικοί ισχυρίζονται, αλλά μετά μακράν πορείαν προετοιμασίας, εργασίας άρσεως των θεολογικών εμποδίων, των κωλυόντων νυν αυτήν, εις χρόνον τον οποίον μόνον ο Θεός γνωρίζει. Παρ' ημών ο Θεός ζητεί να είμεθα εύχρηστα όργανα εις τας χείράς Του.
Ο κ. Γαλίτης τη προτροπή του Μακαριωτάτου ανέγνωσεν εις τους Αγιοταφίτας Πατέρας την προς Αυτόν και την περί Αυτόν Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον υποβαλλομένην έκθεσιν επί της εις Πάφον συναντήσεως των Ορθοδόξων και των Ρωμαιοκαθολικών και του μελετηθέντος υπ' αυτών κειμένου.
Ο Μακαριώτατος ηυχαρίστησε τον καθηγητήν κ. Γαλίτην δια την ειλικρινή, σαφή και εμπεριστατωμένην ενημέρωσιν επί της συμμετοχής της Ορθοδόξου Εκκλησίας εις τους διμερείς θεολογικούς διαλόγους και δια την αντιπροσώπευσιν υπ' αυτού του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων εν ευρύτητι «πνεύματος ζωοποιούντος και ουχί γράμματος αποκτείνοντος. (Β' Κορ. 3,6).
Ο καθηγητής κ. Γαλίτης ηυχαρίστησε τον Μακαριώτατον δια την προσγινομένην αυτώ τιμήν να αντιπροσωπεύη το Πατριαρχείον εις τον διάλογον και την πρόσκλησιν να ομιλήση εις Αγιοταφίτας, θυσιαζομένους φρουρούς των Παναγίων Προσκυνημάτων, του γεωγραφικού δηλαδή κελύφους του περιεχομένου της αποκαλυφθείσης εν Χριστώ Ιησού αληθείας του Θεού προς σωτηρίαν του ανθρωπίνου γένους.
Εκ της Αρχιγραμματείας
![]() | ![]() | ![]() | ![]() |