Δευτέρα, 06 Μαϊ, 2024
Δευτέρα Διακαινισίμου. Ιώβ του πολύαθλου, Θεοδότου ιερομάρτυρος, Σεραφείμ οσίου του Δομπού.

Οι Άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη

03/06/2011 Η εορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Πατριαρχείο


Την Παρασκευήν, 21ην Μαΐου/ 3ην Ιουνίου 2011, η Αγιοταφιτική Αδελφότης εώρτασε την εορτήν των Αγίων Κωνσταντίνου & Ελένης εις τον μοναστηριακόν αυτής ναόν επ’ ονόματι των εορταζομένων τούτων Αγίων. Τους δύο τούτους Αγίους τιμά ως θεοστέπτους βασιλείς και ισαποστόλους η Εκκλησία όλη, επειδή ησπάσθησαν τον Χριστιανισμόν και επέτρεψαν την ελευθέραν εξάσκησιν αυτού.

Χρεωστικώς τιμά τούτους ιδιαιτέρως η  Εκκλησία των Ιεροσολύμων ως προστάτας αυτής, λόγω της υπ’ αυτών ευσεβούς επιμελείας των Παναγίων Προσκυνημάτων και της ανεγέρσεως πολλών και μεγάλων ναών και μοναστηρίων εις την Αγίαν Γην, οι σπουδαιότεροι των οποίων είναι ο Πανίερος Ναός της Αναστάσεως και η Βασιλική της Γεννήσεως εις Βηθλεέμ.

Συμφώνως προς την Ιεροσολυμιτικήν Αγιοταφιτικήν τάξιν αφ’ εσπέρας την παραμονήν της εορτής, εγένετο Μέγας Εσπερινός μετ’  αρτοκλασίας, προεξάρχοντος του Μακαριωτάτου Πατρός ημών και Πατριάρχου κ.κ. Θεοφίλου και συμμετεχόντων των Αρχιερέων, Ιερομονάχων, εφημερίων του ναού τούτου, αλλά και άλλων Αγιοταφιτών Πατέρων.

Μετά τον Εσπερινόν, ακολουθούντες το έθιμον, ο Μακαριώτατος και οι Αγιοταφίται Πατέρες εκάθισαν εις τον εστρωμένον χώρον, έξω εις την αυλήν του Ναού και έλαβον τα κόλλυβα και οίνον μετά παξιμαδίου.

Την επομένην, κυριώνυμον ημέραν της εορτής, ήρχισεν ο Όρθρος την 6.30 π.μ., την 8.00 π.μ. δε κατήλθε δια τας Καταβασίας ο Μακαριώτατος Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, όστις ενδυθείς μανδύαν, προεξήρξε της ακολουθίας του Όρθρου, εν συνεχεία δε, ενδυθείς πλήρη Αρχιερατικήν στολήν, ετέλεσε την θ. Λειτουργίαν άνευ συλλειτουργούντων Αρχιερέων μετά δε συλλειτουργούντων ιερομονάχων Αγιοταφιτών και τινων ιερέων άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Σωτηρίου Αθανασίου και της συνεργάτιδος αυτού κ. Ασπασίας Μίτση.

Εις την κατανυκτικωτάτην άμα δε και μεγαλοπρεπεστάτην λειτουργίαν ταύτην μετέσχε πολύς ευσεβής λαός εκ της Αγίας Γης, αλλά και εξ άλλων χωρών, Ελλάδος, Κύπρου, Ρωσίας και Ουκρανίας.

Μετά την θ. Λειτουργίαν ο Μακαριώτατος και οι συλλειτουργοί Αυτού, ενδεδυμένοι την λειτουργικήν στολήν αυτών και οι λοιποί Αγιοταφίται, Αρχιερείς και ιερείς μετ’ εγκολπίου και σταυρού αντιστοίχως, των ψαλτών ψαλλόντων το απολυτίκιον των Αγίων και των κωδώνων του Ναού της Αναστάσεως χαρμοσύνως κρουομένων, ανήλθον εις τα Πατριαρχεία, διερχόμενοι δια της θύρας του  Κεντρικού Μοναστηρίου, ένθα και έλαβον έκαστος ως ευλογίαν εκ της εορτής το αρτίδιον, το ητοιμασμένον εις τον φούρνον της Αδελφότητος.

Άμα τη εισόδω εις την αίθουσαν του Θρόνου, ανεπέμφθη δέησις και εψάλη ο Πατριαρχικός Πολυχρονισμός. Εν συνεχεία ο Μακαριώτατος υπεδέχθη πάντας τους προσελθόντας δια της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού:

«Εθέμην βοήθειαν επί δυνατόν, ύψωσα εκλεκτόν εκ του λαού μου. Εύρον Δαυΐδ τον δούλον μου, εν ελαίω αγίω μου, έχρισα αυτόν (ψαλ. 88/89, 20-21)». «Παρέσχον την βοήθειαν μου εις ένα άνθρωπον και έκαμα αυτόν δυνατόν, ανέδειξα αυτόν ως τον εκλεκτόν μου μεταξύ του λαού μου. Εύρον δηλαδή τον δούλόν μου Δαυΐδ ως τον κατάλληλον άνθρωπόν μου, με άγιον έλαιον έχρισα αυτόν εις βασιλέα, λέγει ο ψαλμωδός».

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί, ευλαβείς Χριστιανοί. Η Αγία του Χριστού Εκκλησία μυστικώς ευφραίνεται σήμερον επί τη μνήμη των ευσεβών βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης. Κατ’αξίαν δε και ευφήμως γεραίρει την μνήμην του νέου της Εκκλησίας Δαυΐδ, του υπό του Θεού υψωθέντος εκλεκτού δούλου αυτού.

Όντως, αγαπητοί μου, ο άγιος Κωνσταντίνος υψώθη υπό του Θεού ως εκλεκτός δούλος αυτού και εχρίσθη εις βασιλέα, διότι εδέχθη την γνώσιν του Αγίου Πνεύματος και ως άλλος Παύλος την του Αποστόλου κλήσιν, θεασάμενος εν ουρανώ τον τύπον του Τιμίου Σταυρού.

Εκείνο το οποίον αναδεικνύει και καθιερώνει την προσωπικότητα του Κωνσταντίνου ως Αγίου, θεοστέπτου βασιλέως και ισαποστόλου είναι το ιστορικόν γεγονός της εξ απιστίας, δηλονότι ειδωλολατρείας  εις πίστιν Χριστού μεταθέσεως .η, καλλίτερον ειπείν, μετανοίας αυτού. Επί πλέον δε η υπ’αυτού και βεβαίως της μητρός αυτού Αγίας Ελένης στήριξις της μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας του Χριστού. Ιδού τι λέγει ο υμνωδός αυτού: «Σέλας φαεινότατον, κομήτης εσπερώτατος, εξ απιστίας εις πίστιν θεότητος μετοχετευθείς, ήχθης αγιάσαι λαόν και πόλιν και τύπον Σταυρού κατοπτεύσας, ήκουσας εκείθεν: εν τούτω νίκα τους εχθρούς σου. Όθεν δεξάμενος την γνώσιν του Πνεύματος, ιερεύς τε χρισθείς και βασιλεύς ελαίω, εστήριξας την Εκκλησίαν του Θεού, Ορθοδόξων Ρωμαίων βασιλέων Πατήρ, πρέσβευε υπέρ των ψυχών ημών».

Χάρις εις τον Κωνσταντίνον το σωτηριώδες φως της εν Χριστώ αληθείας και ελευθερίας επέλαμψεν ως «σέλας φαεινότατον», δηλαδή ως φεγγοβολή εις την απέραντον Ρωμαϊκήν αυτοκρατορίαν. Απόδειξις τούτου αποτελεί η σύγκλησις τοπικών και οικουμενικών συνόδων, ως των εν Νικαία 318 θεοφόρων Πατέρων, των συνελθόντων εκ των περάτων της Δυτικής και Ανατολικής Αυτοκρατορίας.

Την θεόπνευστον ταύτην ενέργειαν του Αγίου Κωνσταντίνου εκθέτει εναργέστατα ο υμνωδός αυτού λέγων: «Χρεωστικώς εκτελούμεν την μνήμην σου, Κωνσταντίνε ισαπόστολε, πάντων ανάκτων βάσις και καύχημα. Φωτισθείς γαρ ακτίσι του Αγίου Πνεύματος (του Χριστού) πάσαν εφαίδρυνας την Εκκλησίαν του Χριστού, τα συστήματα των πιστών πανταχόθεν συνάξας εν τη λαμπρά πόλει Νικαέων, ένθα των ασεβών εσβέσθη το φρύαγμα και αιρετικών ησθένησαν γλώσσαι και εμωράνθησαν. Των δε Ορθοδόξων υψώθη το στίφος, φανερωθείσης της πίστεως. Όθεν υπ’αυτών εδοξάσθη Ορθοδοξότατος και πάντων βασιλέων εκηρύχθη Πατήρ, ως πρώτος την αλουργίδα παρά Θεού κομισάμενος…». Ιδού λοιπόν δια τι ο Κωνσταντίνος θεωρείται η βάσις και το καύχημα πάντων των ανάκτων/των βασιλέων, αλλά και «Ρωμαίων η δόξα».

Ο Μέγας Κωνσταντίνος, αγαπητοί μου αδελφοί, αναδεικνύεται ο πραγματικός μαθητής, αλλά και μιμητής του Αποστόλου Παύλου λέγοντος: «Μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς καγώ Χριστού», (Α’Κορ., 11,1). Τούτο δε γίνεται φανερόν από την υπό του Αγίου Κωνσταντίνου αναπτυχθείσαν λόγω τε και έργω πολιτικήν θεωρίαν της «Ρωμηοσύνης». Το πνευματικόν δε τούτο μέγεθος της Ρωμηοσύνης έχει ως πηγήν και αφετηρίαν του την χριστοκεντρικήν του Θεού Λόγου και Πατρός διδασκαλίαν του σοφού Παύλου, κηρύσσοντος: «Όσοι γαρ εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε. Ουκ ενι Ιουδαίος, ουδέ Έλλην, ουκ ενι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ενι άρσεν και θήλυ. Πάντες γαρ υμείς εις εστε εν Χριστώ Ιησού», (Γαλ. 3,27-28).

Με άλλα λόγια το Παύλειον Χριστοκεντρικόν κήρυγμα, το οποίον αποτελεί το πρωτογενές και κύριον συστατικόν του λόγου, της αιτίας του φανερωθέντος εν τω κόσμω θεανθρωπίνου θεσμού της πόλεως του Θεού, Κυρίου δε ημών Ιησού Χριστού, δηλονότι της Εκκλησίας, μετοχεύεται εις το πολιτειακόν σύστημα της υπό των θεοστέπτων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης αναληφθείσης διακυβερνήσεως της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Του πνευματικού τούτου μεγέθους της Ρωμηοσύνης και του πολιτειακού συστήματος ως τρόπου ζωής και οικουμενικής διακυβερνήσεως εν τω κατά Παύλον, παραγομένω σχήματι του κόσμου τούτου, «παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου», (Α’Κορ. 7,31), μέτοχοι και κοινωνοί τυγχάνομεν και ημείς οι εκ παντός γένους και έθνους συναποτελούντες το σώμα της Εκκλησίας, εν προκειμένω το σώμα της Εκκλησίας των Ιεροσολύμων και εν γένει την εν τω ονόματι του Χριστού Εκκλησιαστικήν πολιτείαν.

Η αγία Εκκλησία των Ιεροσολύμων υπερβαλλόντως ευεργετηθείσα και ευεργετουμένη υπό των αγίων και πατρώνων αυτής Κωνσταντίνου και Ελένης, πανηγυρικώς εορτάζει την ιεράν αυτών μνήμην και ευγνωμόνως μετά του υμνωδού βοά και λέγει: Δια μεν τον Κωνσταντίνον: «έδωκας φιλάνθρωπε τω ευσεβεί σου θεράποντι Σολομώντος την φρόνησιν, Δαυΐδ την πραότητα και των αποστόλων την ορθοδοξίαν, ως βασιλέων Βασιλεύς, κυριευόντων τε πάντων Κύριος. Διο Σου την φιλάνθρωπον οικονομίαν δοξάζομεν, Ιησού παντοδύναμε, ο Σωτήρ των ψυχών ημών». Δια δε την Αγίαν Ελένην: «Πόθω και αγάπη του Χριστού κατεπειγομένη η μήτηρ του γλυκυτάτου βλαστού, σπεύδουσα αφίκετο εν τη Αγία Σιών, εις τον τόπον τον Άγιον, εν ω εσταυρώθη θέλων ο Σωτήρ ημών δια το σώσαι ημάς. Ένθα τον Σταυρόν αραμένη, χαίρουσα εκραύγαζε δόξα τω δωρησαμένω μοι ον ήλπιζον». Αμήν. Έτη πολλά».

Μετά τοιαύτην πνευματικήν ευφροσύνην, περί την μεσημβρίαν, παρετέθη τράπεζα προς σωματικήν ωσαύτως ενίσχυσιν, αναψυχήν και ευφροσύνην. Εις ταύτην παρεκάθισεν ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Σωτήριος Αθανασίου μετά της συνοδείας αυτού.

 

Εκ της Αρχιγραμματείας

 

Η πρωτότυπη είδηση σε πολυτονική γραφή με τις συνοδευτικές φωτογραφίες βρίσκεται στην Πύλη ειδησεογραφίας του Πατριαρχείου στον σύνδεσμο http://www.jp-newsgate.net/gr/2011/06/03/3497/



Print-icon 




Πνευματικά δικαιώματα 2009-2013 © «Ρωμηοσύνη»
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή του υλικού του ιστοχώρου με προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή: «Ρωμηοσύνη» www.romiosini.org.gr

:: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων :: Ειδήσεις εκ του Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων :: Σχετικά :: Τελευταία νέα :: Τρέχοντα Προγράμματα :: Ιστορικό Αρχείο της Μ.Κ.Ο. "Ρωμηοσύνη" ::


Login-iconLogin  ForgottenPassword-iconΥπενθύμιση κωδικού 

Αυτή τη στιγμή διαβάζουν την ιστοσελίδα μας 64 επισκέπτες.