Κυριακή, 12 Μαϊ, 2024
ΤΟΥ ΘΩΜΑ. Επιφανίου επισκόπου Κύπρου, Γερμανού αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως, Θεοδώρου οσίου του εν Κυθήροις, νεομάρτυρος Ιωάννου.

Οι Άγιοι και Ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη

Ο Άγιος και Ισαπόστολος Μέγας Κωνσταντίνος


Ο Άγιος και Ισαπόστολος Μέγας Κωνσταντίνος

Από τον 5ο αιώνα αναγνωρίστηκε η αγιότητα του Κωνσταντίνου, όπως και της μητέρας του Ελένης. Ήδη είχαν παρουσιαστεί σημάδια για την αγιότητα και των δύο. Η εκκλησιαστικός μελωδός ψάλλει για το Μέγα Κωνσταντίνο «οὗ καὶ ἡ λάρναξ ἰάσεις βρύει». Η Εκκλησία, αφού αναγνώρισε το σπουδαίο αποστολικό και φιλανθρωπικό έργο των Κωνσταντίνου και Ελένης, μετά από προσεκτική μελέτη του βίου και της δράσης τους, τους ανακήρυξε Αγίους και Ισαποστόλους. Παρόλο που η ανακήρυξη αυτή έλαβε χώρα πριν το Σχίσμα των Εκκλησιών, ο Άγιος Κωνσταντίνος τιμάται ως Άγιος μόνο από την Ανατολική Ορθόδοξη Εκκλησία. 

Ο Ευσέβιος, κάνει λόγο για την αγιότητα του Κωνσταντίνου: «Τώρα δε η σκέψη, εκτεινόμενη ως τις ουράνιες αψίδες, φαντάζεται και εδώ την τρισμακάρια ψυχή να συνευρίσκεται με τον ίδιο το Θεό, ελεύθερη από κάθε γήινο περίβλημα και περίλαμπρη μέσα σε απαστράπτουσα στολή φωτός». Ο ίδιος ιστορικός, συγκρίνοντας το Μέγα Κωνσταντίνο με τους προκατόχους και σύγχρονούς του πολυθεϊστές αυτοκράτορες, τονίζει την τεράστια προσφορά του στο λαό. 

Ο Ευσέβιος κάνει λόγο για τη θεοσέβεια του Κωνσταντίνου και κλείνει τη συγγραφή του «Εις βίον του μακαρίου Κωνσταντίνου Βασιλέως» με τα κάτωθι: «ο Κωνσταντίνος είναι ο μόνος βασιλιάς των Ρωμαίων, που έχει τιμήσει με υπερβολική θεοσέβεια τον Παμβασιλέα Θεό και ο μόνος που έχει κηρύξει σε όλους με παρρησία το Λόγο του Χριστού. Είναι ο μόνος που μπορεί να πει ότι δόξασε όσο κανείς άλλος μέσα στους αιώνες την Εκκλησία Αυτού και ο μόνος που καθαίρεσε την πολύθεη πλάνη και μας απάλλαξε από την ειδωλολατρία με κάθε τρόπο και μάλιστα είναι ο μόνος που αξιώθηκε για όλα αυτά και σε αυτή τη ζωή και μετά από το θάνατο, των οποίων κανείς δεν μπορεί να γίνει μέτοχος». 

Όσοι αμφισβητούν την αγιότητα του Μεγάλου Κωνσταντίνου οφείλουν να ανατρέξουν στα γραφόμενα από τους ιστορικούς και εκκλησιαστικούς συγγραφείς του 4ου και 5ου αιώνα μ.Χ. Λακτάντιου, Σωκράτη, Σωζομενού, Θεοδώρητου, Γελάσιου και κυρίως του Ευσέβιου, προκειμένου να γνωρίσουν τον τρόπο που βίωνε ο Κωνσταντίνος τη χριστιανική του πίστη. Είναι χαρακτηριστική η εμπειρία που βίωσε ο Κωνσταντίνος κατά την Οικουμενική Σύνοδο το 326, έχοντας πολύτιμο σύμβουλό του τον Επίσκοπο Κορδούης Άγιο Όσιο και άλλους ιερωμένους. Προσευχόταν διαρκώς και απέστελλε επιστολές, που ήταν γραμμένες μέσα σε ένα απόλυτο χριστιανικό πνεύμα. Κήρυττε το λόγο του Θεού στους υπηκόους του και αγκάλιαζε κάθε Χριστιανό με τα σοφά διατάγματα και μέτρα που έλαβε. Ταυτόχρονα έπρεπε να κυβερνά την τεράστια Αυτοκρατορία και να αντιμετωπίζει πλήθη προβλημάτων, όπως επιθέσεις από εχθρούς, εξεγέρσεις, κινήματα, επαναστάσεις, εμφύλιους πολέμους, δολοπλοκίες, δολοφονικές απόπειρες, κ.ά.

Η προσφορά του Κωνσταντίνου στο Χριστιανισμό και την ανθρωπότητα εν γένει αποτιμάται τόσο από τους εκφραστές της Ιστορίας, όσο και από τους κόλπους της Εκκλησίας. Ο μεγάλος ιστορικός Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος αναφέρει για το Μέγα Κωνσταντίνο: «Μετά τους άμεσους μαθητές του Σωτήρος, κανείς δεν έπραξε περισσότερα για τη διάσωση και παγίωση της ιερής πίστης μας». Και συνεχίζει: «Οι προκάτοχοι και οι συνάρχοντές του δε σεβάστηκαν κανένα Θείο ή ανθρώπινο Νόμο. Ωστόσο καταδεικνύεται η εξαίσια δύναμη του χαρακτήρα του, καθώς κατανίκησε τους πειρασμούς και κατόρθωσε να κατανοήσει και να ομολογήσει τις αρχές του Ευαγγελίου». 

Ο Χρήστος Γιανναράς κάνει λόγο για τα κριτήρια της Εκκλησίας ως προς την ανακήρυξη των Αγίων της. Αναφέρει ότι η Εκκλησία στα πρόσωπα των Αγίων της δε βλέπει τα κοσμικά πρότυπα ενός άψογου ηθικού βίου, αλλά την ενσάρκωση της αλήθειας της, την ένσαρκη μαρτυρία της σωτηρίας, τους πρώτους καρπούς της Βασιλείας του Θεού. Η ατομική αρετή δε συνιστά αγιότητα, αν δεν υπηρετεί τη φανέρωση και μαρτυρία της αλήθειας της Εκκλησίας. Αν στα πρόσωπα των Αποστόλων είδε η Εκκλησία τους θεμελιωτές της φανέρωσης και της βασιλείας του Θεού στη γη, στο πρόσωπο του Μεγάλου Κωνσταντίνου είδε τον Ισαπόστολο, το θεμελιωτή της ορατής καθολικότητας και οικουμενικότητας της Εκκλησίας».      

Αυτή η τοποθέτηση του Γιανναρά πραγματώνεται στην αναγνώριση ως Αγίου, όχι μόνο του Κωνσταντίνου, αλλά και του Αγίου Μωυσή, που φόνευσε τον Αιγύπτιο, τον Προφήτη Ηλία, που έγινε αιτία να φονευθούν 850 ειδωλολάτρες ιερείς του Βάαλ και του Δαυίδ και του Λογγίνου, που ήταν επικεφαλής του εκτελεστικού αποσπάσματος κατά τη Σταύρωση του Κυρίου και του ληστή Μωυσή, του Αιθίοπα, που μετανόησε και κλείστηκε σε Μοναστήρι, κ.ά.  

Ο Ακαδημαϊκός π. Ιωάννης Ζηζιούλας γράφει σχετικά: «Η αγιότητα για τη χριστιανική πίστη δεν είναι ανθρωποκεντρική, αλλά θεοκεντρική και δεν εξαρτάται από τα ηθικά επιτεύγματα του ανθρώπου, αλλά από τη δόξα και τη χάρη του Θεού. Ο Θεός κατά την ελεύθερη βούλησή Του αγιάζει όποιον Εκείνος επιθυμεί».

 

Πηγή υλικού

Κώστας Β. Καραστάθης, Μέγας Κωνσταντίνος, Κατηγορίες και Αλήθεια, Ιστορική μελέτη, Εκδόσεις Μπαρτζουλιάνος, Β΄ Έκδοση βελτιωμένη, Αθήνα 2008, σ. 203 – 209

 

Επιλογή υλικού

Αικατερίνη Διαμαντοπούλου, Υπεύθυνη υλικού των Ιστοχώρων του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων



Print-icon 




Πνευματικά δικαιώματα 2009-2013 © «Ρωμηοσύνη»
Επιτρέπεται η αναπαραγωγή του υλικού του ιστοχώρου με προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή: «Ρωμηοσύνη» www.romiosini.org.gr

:: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων :: Ειδήσεις εκ του Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων :: Σχετικά :: Τελευταία νέα :: Τρέχοντα Προγράμματα :: Ιστορικό Αρχείο της Μ.Κ.Ο. "Ρωμηοσύνη" ::


Login-iconLogin  ForgottenPassword-iconΥπενθύμιση κωδικού 

Αυτή τη στιγμή διαβάζουν την ιστοσελίδα μας 72 επισκέπτες.